Τρίτη 2 Σεπτεμβρίου 2014

Ο νέος Νταβούτογλου - Το σχέδιο του παιχνιδιού τού νέου πρωθυπουργού

Turkish Prime Minister Ahmet Davutoglu (C) and Deputy Prime Minister Ali Babacan (R) are surrounded by security guards in Ankara
Turkish Prime Minister Ahmet Davutoglu (C) and Deputy Prime Minister Ali Babacan (R) are surrounded by security guards in Ankara, August 29 2014. (Umit Bektas / Courtesy Reuters)

Περίληψη: 
 
Η εξωτερική πολιτική τού Νταβούτογλου έχει εκθέσει επικίνδυνα την Τουρκία σε περιφερειακές απειλές, οι οποίες κατά πάσα πιθανότητα θα τον απασχολήσουν καθώς ο ίδιος αναλαμβάνει την πρωθυπουργία.
Ο SONER CAGAPTAY είναι συνεργάτης στην έδρα Beyer Family στο Washington Institute for Near East Policy, και συγγραφέας τού βιβλίου με τίτλο The Rise of Turkey: The Twenty First-Century’s First Muslim Power.

Ο Αχμέτ Νταβούτογλου, ο νέος πρωθυπουργός τής Τουρκίας, ξεκίνησε την καριέρα του ως καθηγητής Διεθνών Σχέσεων την δεκαετία τού 1990. Μέχρι το 2003, είχε στρώσει τον δρόμο του στο να γίνει ένας σύμβουλος με επιρροή -αλλά ακόμα σχετικά άγνωστος- τού τότε υπουργού Εξωτερικών τής Τουρκίας, Αμπντουλάχ Γκιούλ. Όταν τον συνάντησα στο μικρό γραφείο του σε ένα παλιό κτίριο της κυβέρνησης στο κέντρο τής Άγκυρας το 2005, μου έκανε εντύπωση ως μελετητής με βαθιά γνώση τής οθωμανικής ιστορίας και μια ισχυρή επιθυμία να μετατρέψει την Τουρκία σε μια περιφερειακή δύναμη. Εάν του δινόταν η εξουσία, όπως φαινόταν, ο Νταβούτογλου θα ανέτρεπε τον παραδοσιακά Δυτικό και εσωστρεφή προσανατολισμό τής εξωτερικής πολιτικής τής Τουρκίας. Τελικά, ως σύμβουλος του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, του πρωθυπουργού τής Τουρκίας την εποχή εκείνη, και στην συνέχεια ως υπουργός Εξωτερικών, ο Νταβούτογλου έκανε ακριβώς αυτό. Τώρα, ως πρωθυπουργός, θα πρέπει να βρει το πώς να περιορίσει τις καταστροφικές συνέπειες των πολιτικών του.
ΠΡΟΣ ΑΝΑΤΟΛΑΣ
Όταν συναντηθήκαμε το 2005, ο Νταβούτογλου και εγώ συζητήσαμε μια σειρά θεμάτων εξωτερικής πολιτικής, συμπεριλαμβανομένου του ρόλου τού Ισλάμ στην τουρκική πολιτική και την κληρονομιά τής οθωμανικής κυριαρχίας, συμπεριλαμβανομένης της ευθύνης που συνεπάγεται όσον αφορά τους ανθρώπους που ήταν επισήμως κάτω από την εξουσία της. Του είπα για την δουλειά μου, στην δεκαετία τού 1990, όταν είχα οργανώσει διεθνή συνέδρια στην Άγκυρα για να δημοσιοποιηθούν τα βάσανα των Βοσνίων. Ο Νταβούτογλου, από την πλευρά του, έδινε έμφαση στην Μέση Ανατολή, υποδηλώνοντας ότι η Τουρκία έχει την ευθύνη να συνεργαστεί ενεργά με τα μουσουλμανικά κράτη στην περιοχή. Πρόσθεσε ότι μόνο με την επαφή με αυτά τα μουσουλμανικά έθνη και άλλους στον μουσουλμανικό κόσμο θα μπορούσε η Τουρκία να γίνει μια μεγάλη δύναμη. Ο Νταβούτογλου, αντιλήφθηκα, ήταν ένας αναβιωτής τού οθωμανισμού, πρόθυμος να εξαλείψει την κεμαλική κληρονομιά στην τουρκική εξωτερική πολιτική.
Ο πρώτος πρόεδρος της Τουρκίας, ο Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, είχε ένα ρητό: «Go West». Αυτός και οι διάδοχοί του, οι κεμαλιστές, ήθελαν να μετατρέψουν την Τουρκία σε μια ευρωπαϊκή χώρα, νομίζοντας ότι αυτό θα την έκανε ένα μεγάλο έθνος. Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, έπρεπε να επαναπροσδιορίσουν το σύνολο του τουρκικού πολιτισμού - να εγκαταλείψουν την οθωμανική κληρονομιά στην Μέση Ανατολή και να αποκηρύξουν την μουσουλμανική κληρονομιά τής χώρας. Στην θέση της, η Τουρκία θα αγκάλιαζε μια νέα κοσμική εθνική ταυτότητα και μια εσωστρεφή εξωτερική πολιτική ριζωμένη στην «μη επέμβαση» - δηλαδή, να αποφεύγει στενές σχέσεις με τα κράτη τής περιοχής, κυρίως τις αραβικές χώρες. Ήλπιζαν ότι, μια μέρα, η Ευρώπη θα αγκαλιάσει πλήρως την χώρα τους.
Ο Νταβούτογλου δεν είναι κεμαλικός. Είναι ένα πιστό μέλος τού Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ), της ραχοκοκαλιάς των συντηρητικών και των ισλαμιστών πολιτικών στην Τουρκία, το οποίο έχει αυτοπροσδιοριστεί ως αντίθετο με τον κεμαλισμό, το κίνημα που προτίθετο να εκσυγχρονίσει την Τουρκία από την κορυφή προς τα κάτω. Συχνά χαρακτηρισμένος ως αυταρχικού χαρακτήρα, ο κεμαλισμός στην πραγματικότητα έχτισε τους δημοκρατικούς θεσμούς τής Τουρκίας.
Και είναι αυτή η αντίθεση προς τον κεμαλισμό που έχει κάνει τους ισλαμιστές τής Τουρκίας διαφορετικούς από τους άλλους ισλαμιστές στην περιοχή. Κατ’ αρχήν, οι Τούρκοι ισλαμιστές απορρίπτουν την βία, επειδή έχουν μεγαλώσει μέσα σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα. Επιπλέον, άλλα ισλαμικά κινήματα πρέπει να κοιτάξουν βαθιά μέσα στα χρονικά τής ιστορίας για μοντέλα ισλαμικών κυβερνήσεων στην επικράτειά τους. Ως εκ τούτου, ακολουθούν συχνά οράματα λιτότητας και σκληρότητας. Για παράδειγμα, τα σαλαφιστιστικά κινήματα τής περιοχής έλκουν στοιχεία από τον έβδομο αιώνα για τις μεσαιωνικές αξίες τους. Στην Τουρκία, όμως, οι ισλαμιστές χρειάζεται απλώς να κοιτάξουν πίσω στην εποχή προ του Ατατούρκ, με άλλα λόγια, στην Οθωμανική Αυτοκρατορία των τελών τού 19ου και στις αρχές τού 20ου αιώνα. Εγχωρίως, αυτό σημαίνει την εξιδανίκευση της ύστερης περιόδου τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι Τούρκοι ισλαμιστές οραματίζονται τους τελευταίους Οθωμανούς σουλτάνους ως ευσεβείς και συντηρητικούς μουσουλμάνους˙ Στην πραγματικότητα, αυτοί οι πολιτικοί ήταν καλοζωϊστές και μοντέρνοι. Ο Abdulmecid Efendi, ο τελευταίος Οθωμανός χαλίφης, ήταν ένας αριστοτέχνης που ζωγράφιζε γυμνά. Σήμερα, τα έργα ζωγραφικής του πωλούνται για περίπου 1 εκατ. δολάρια σε δημοπρασίες. Και στο εξωτερικό, αυτό σημαίνει εξιδανίκευση της οθωμανικής πολιτικής τέχνης, εκ νέου εμπλοκή με την Μέση Ανατολή και την αποκατάσταση της ισχύος - τα δύο αξιώματα της εξωτερικής πολιτικής τού Νταβούτογλου.
ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ
Στα πρώτα χρόνια τής θητείας τού Νταβούτογλου ως υπουργού Εξωτερικών, η Τουρκία στράφηκε προς την Μέση Ανατολή. Επεδίωξε προσέγγιση με τους μουσουλμάνους γείτονες τής Τουρκίας, συμπεριλαμβανομένου του Ιράν, του Ιράκ και της Συρίας. Επίσης, ήρθε σε επαφή με τις μοναρχίες τού Κόλπου και δημιούργησε καλές σχέσεις με χώρες τόσο μακριά όσο το Σουδάν. Πίστευε ότι οι πολιτικές αυτές, που ονόμασε «μηδενικά προβλήματα με τους γείτονες», έχτιζαν τουρκική επιρροή στις περιφερειακές πρωτεύουσες και βοηθούσαν να καθιερωθεί η Τουρκία ως δύναμη της Μέσης Ανατολής.
Η Αραβική Άνοιξη, ωστόσο, σύντομα απέδειξε το λάθος τού Νταβούτογλου. Καθώς οι διαμαρτυρίες άρχισαν να θερμαίνονται στην Συρία το 2011, ο Νταβούτογλου πέταξε στην Δαμασκό για να συμβουλεύσει τον πρόεδρο Μπασάρ αλ-Άσαντ να απόσχει από την χρήση βίας εναντίων του πλήθους. Μόνο ώρες μετά την αναχώρηση του Νταβούτογλου, όμως, ο Άσαντ έστειλε τανκς σε πόλεις τής Συρίας για πρώτη φορά, σνομπάροντας την πολιτική μηδενικών προβλημάτων και τον Νταβούτογλου. Συγκλονισμένος από την αδιαφορία και από την συμπεριφορά τού Άσαντ στους αμάχους, ο Τούρκος ηγέτης αποφάσισε να υποστηρίξει την εξέγερση, και άνοιξε τα σύνορα της χώρας στους πρόσφυγες από την Συρία και στους αντάρτες κατά του καθεστώτος, συμπεριλαμβανομένου αυτού που τελικά θα γινόταν το «Ισλαμικό Κράτος τού Ιράκ και της al -Sham» (ISIS) που έχει κηρύξει χαλιφάτο σε περιοχές τού Ιράκ και της Συρίας. Η απόφαση κόστισε στην Τουρκία ακριβά, και οι σχέσεις της με την Δαμασκό και τον περιφερειακό προστάτη της, το Ιράν, άρχισαν να καταρρέουν. Τα πράγματα πήγαν άσχημα στο Ιράκ, επίσης, όπου ο Νταβούτογλου υποστήριξε τους Κούρδους επειδή ήθελε να εισάγει πετρέλαιο και επειδή τους έβλεπε ως πιθανούς διαμεσολαβητές με τους Κούρδους τής Τουρκίας και ως πληρεξούσιους κατά της κυβέρνησης σιιτικής πλειοψηφίας στην Βαγδάτη. Αυτή η προσέγγιση ενόχλησε την κυβέρνηση του Ιράκ και του Ιράν, επίσης προστάτη τού Ιράκ.
Το δεύτερο δόγμα τού Νταβούτογλου, η αναβίωση της ισχύος, αντλεί ακόμη πιο άμεσα από την ύστερη περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι αναφορές τού Νταβούτογλου εδώ, είναι στην εξωτερική πολιτική που ακολουθήθηκε πρώτα από τον σουλτάνο Αμπντούλ Χαμίτ II στα τέλη τού 19ου αιώνα και στην συνέχεια από τους διαδόχους του, τους Νεότουρκους, μέχρι το 1918, ακριβώς πριν από την αυγή τού κεμαλισμού. Παρ’ ότι ο Αμπντούλ Χαμίτ και οι Νεότουρκοι ήρθαν αντιμέτωποι για την εξουσία, η εξωτερική πολιτική τους περιστράφηκε γύρω από έναν κοινό στόχο: Να αναβιώσουν το οθωμανικό μεγαλείο. Με άλλα λόγια, ο αναβιωτισμός τού Νταβούτογλου έχει τις ρίζες του σε μια [παλαιότερη] περίοδο αναβιωτισμού.
Κατά τα τέλη τού 19ου αιώνα, όταν ο Αμπντούλ Χαμίτ ανέβηκε στον θρόνο, η Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν αδύναμη. Σε μια προσπάθεια να αποκαταστήσει την παλιά της υπεροχή, ο Αμπντούλ Χαμίτ, ένας χαλίφης που παρακολουθούσε όπερες και έπινε ρούμι, ασχολήθηκε με ρεαλισμό με το Ισλάμ. Έστειλε απεσταλμένους σε όλη την Κεντρική Ασία και την ινδική υπο-ήπειρο, με την ελπίδα να εμπνεύσει τους τοπικούς μουσουλμανικούς πληθυσμούς να εξεγερθούν εναντίον τής Ρωσίας και της βρετανικής κυριαρχίας. Απώτερος στόχος του ήταν να δημιουργήσει πληρεξούσιους στο εξωτερικό. Η στρατηγική αυτή λειτούργησε μέχρι ένα σημείο: Στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν οι βρετανικές δυνάμεις κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη, οι μουσουλμάνοι τής υπο-ηπείρου οργάνωσαν μια μαζική εκστρατεία συλλογής κεφαλαίων για να στηρίξουν την παραπαίουσα Οθωμανική Αυτοκρατορία και να βοηθήσουν τον χαλίφη. Κατά ειρωνικό τρόπο, τα κεφάλαια κατέληξαν στα χέρια τού Ατατούρκ. Τα χρησιμοποίησε για να αγοράσει σοβιετικά όπλα ώστε να νικήσει τους Συμμάχους και να καταργήσει το χαλιφάτο.
Ομοίως, ο Νταβούτογλου οραματίζεται να διοικήσει μια χώρα που είναι ισχυρή όχι μόνο στην Μέση Ανατολή, αλλά και σε ολόκληρο τον μουσουλμανικό κόσμο. Νωρίς ως υπουργός Εξωτερικών, προσπάθησε ο ίδιος να φορέσει το μανδύα τού προστάτη των μουσουλμάνων, από τις Φιλιππίνες και την Σομαλία ως την Μιανμάρ και την Βοσνία. Κατά την τελευταία δεκαετία, η Τουρκία έχει αναδειχθεί ως ένθερμος υποστηρικτής των προγραμμάτων βοήθειας για τους μουσουλμάνους απανταχού, ιδρύοντας οργανισμούς όπως ο Τουρκικός Οργανισμός Διεθνούς Βοήθειας (Turkey International Aid Agency, ΤΙΚΑ), η τουρκική έκδοση του USAID. Ο οργανισμός αυτός, ένα μικρό σώμα που είχε μόνο 12 γραφεία στο εξωτερικό πριν το ΑΚΡ αναλάβει την εξουσία, διογκώθηκε υπό τον Νταβούτογλου. Σήμερα έχει 33, τουλάχιστον 22 εκ των οποίων είναι σε μουσουλμανικές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Παλαιστινιακής Αρχής, του Πακιστάν και της Σομαλίας. Ο Νταβούτογλου νοιάζεται βαθιά για τους μουσουλμάνους σε όλο τον κόσμο και βλέπει την Τουρκία ως συνήγορό τους. Η Τουρκία ανέλαβε επίσης την προεδρία τού Οργανισμού Ισλαμικής Συνεργασίας το 2004 για μια περίοδο δέκα ετών. Αυτό ήταν ένα ασυνήθιστο βήμα για μια χώρα με κοσμικό σύνταγμα, αλλά ταιριάζει καλά στο όραμα του Νταβούτογλου για την οικοδόμηση επιρροής μεταξύ των μουσουλμάνων, προκειμένου να αναβιώσει το καθεστώς τής Τουρκίας ως μεγάλης δύναμης.
Για καλύτερα ή για χειρότερα, ο Νταβούτογλου έχει επίσης δανειστεί μια σελίδα από το βιβλίο των Νεότουρκων. Αυτή η ομάδα αποτελείτο από ιδεαλιστές Οθωμανούς στρατιώτες και γραφειοκράτες που το 1908 ανέτρεψαν τον Αμπντούλ Χαμίτ και κήρυξαν την αυτοκρατορία μια συνταγματική μοναρχία. Οι Νεότουρκοι ήταν πολύ πιο ορμητικοί από τον προκάτοχό τους στην επιδίωξή τους για Οθωμανικό μεγαλείο. Χάρη στην πονηριά του, ο Αμπντούλ Χαμίτ είχε αποφύγει να τραβήξει την Τουρκία σε πόλεμο για τρεις δεκαετίες. Αλλά οι Νεότουρκοι εξασθένησαν αρχικά την αυτοκρατορία τους στους Βαλκανικούς Πολέμους τού 1912-13, κατά τους οποίους οι Οθωμανοί υπέστησαν μια ντροπιαστική ήττα από τους πρώην υπηκόους τους, συμπεριλαμβανομένου του Μαυροβουνίου και της Σερβίας. Και μετά, το 1914, όταν η Γερμανία προσέφερε στους Νεότουρκους τεράστια εδάφη τής Ρωσικής Αυτοκρατορίας ως αντάλλαγμα για μια συμμαχία με τις Κεντρικές Δυνάμεις, οι Νεότουρκοι δέχθηκαν με προθυμία, σύροντας έτσι την Αυτοκρατορία για μια ακόμη φορά στη μάχη και σε πολλαπλά μέτωπα. Ως αποτέλεσμα, η Οθωμανική Αυτοκρατορία κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος. Σε κάποιο σημείο, οι ημιμαθείς Νεότουρκοι πασάδες ανέπτυξαν ακόμη και μη επαρκώς εξοπλισμένους Άραβες στρατολογηθέντες, πολλοί από τους οποίους δεν είχαν δει ποτέ χιόνι, να πολεμήσουν ενάντια στους Ρώσους στο φορτωμένο από χιόνι οροπέδιο του Καυκάσου: Δεκάδες χιλιάδες Σύριοι στρατιώτες έχασαν την ζωή τους από το κρύο πριν καν τους προσεγγίσουν οι Ρώσοι.
Η πολιτική τού Νταβούτογλου στην Συρία έχει μια απόκοσμη ομοιότητα με αυτή των Νεότουρκων. Η Τουρκία ήταν γενναιόφρων στο να ανοίξει τα σύνορά της στους Σύριους πρόσφυγες. Μέχρι σήμερα, η χώρα παρέχει καταφύγιο σε σχεδόν 1,5 εκατομμύριο Σύριους, με ελάχιστη διεθνή βοήθεια. Ωστόσο, η πολιτική τού Νταβούτογλου στην Συρία αποδείχθηκε άσκοπη. Ο Τούρκος ηγέτης επεδίωξε την αποπομπή τού Άσαντ πριν εξασφαλίσει στρατιωτική υποστήριξη από το ΝΑΤΟ ή τους Άραβες συμμάχους. Προφανώς, ήλπιζε ότι η παροχή βοήθειας προς τους αντάρτες θα ήταν αρκετή για να προκαλέσει την πτώση τού Άσαντ. Φυσικά, δεν ήταν. Και έτσι ο πόλεμος συνεχίστηκε, η Τουρκία άρχισε να επιτρέπει σε ξένους μαχητές να περνούν στην Συρία με την ελπίδα ότι μπορεί να είναι σε θέση να κάνουν την δουλειά. Αυτοί οι καλύτερα χρηματοδοτημένοι και καλύτερα εξοπλισμένοι ριζοσπάστες σύντομα έγιναν μια κυρίαρχη φατρία μέσα στην χώρα.
Ο Νταβούτογλου ουδέποτε είχε την πρόθεση να βοηθήσει τους ριζοσπάστες. Ο Τούρκος ηγέτης πίστευε ότι το να επιτρέπει σε ξένους μαχητές να περάσουν στην Συρία ήταν ένα τίμημα που αξίζει να πληρώσει για την πτώση τού Άσαντ. Και ακόμα και αν μερικοί κακοί πήγαν στην Συρία, σκέφτηκε, οι καλοί θα τους καθαρίσουν. Ωστόσο, τρία χρόνια αργότερα, ο Άσαντ δεν έχει πέσει, οι καλοί δεν έχουν αναλάβει και οι κακοί οικοδομούν ένα κράτος τύπου Ταλιμπάν που εκτείνεται στα 800 μιλίων σύνορα της Τουρκίας με την Συρία και το Ιράκ. Έχουν ήδη στοχεύσει την Τουρκία˙ Στις 10 Ιουνίου, μετά από την κατάληψη της Μοσούλης, η μαχητική οργάνωση επιτέθηκε στην τουρκική διπλωματική αποστολή στην ιρακινή πόλη, παίρνοντας 49 Τούρκους πολίτες, συμπεριλαμβανομένων παιδιών, ως ομήρους. Από την πρώτη μέρα, η Τουρκία δεν είχε την σκληρή δύναμη για να υποστηρίξει την πολιτική της στην Συρία. Ακριβώς όπως οι Νεότουρκοι δεν μπορούσαν να πολεμήσουν σε πολλαπλά μέτωπα, η σύγχρονη Τουρκία δεν θα μπορούσε να εκδιώξει τον Άσαντ, ούτε μπορεί να συγκρατήσει τους τρομοκράτες τής ISIS από το να εξαπλώσουν τις συμπλοκές.
ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Ο οθωμανικός αναβιωτισμός τού Νταβούτογλου έχει εκθέσει επικίνδυνα την Τουρκία σε περιφερειακές απειλές, που πιθανώς θα τον απασχολήσουν καθώς αναλαμβάνει ο ίδιος την πρωθυπουργία. Πράγματι, είναι πιθανό ότι, επειδή ο Ερντογάν γνώριζε ότι η εξωτερική πολιτική - ιδιαίτερα η διαχείριση της κρίσης στην Συρία - θα βαρύνει σε μεγάλο βαθμό την κληρονομιά του, διάλεξε τον Νταβούτογλου ως διάδοχό του στην πρωθυπουργία. Ο Ερντογάν και το κόμμα του, το AKP, έχουν κερδίσει επτά εκλογές από το 2002, κυρίως επειδή έχουν φέρει πρωτοφανή οικονομική ανάπτυξη στην Τουρκία. Ο Ερντογάν έχει υπερδιπλασιάσει το εισόδημα του μέσου Τούρκου σε μια δεκαετία. Και αυτή η οικονομική επιτυχία έχει τροφοδοτηθεί με ρεκόρ διεθνών επενδύσεων - σχεδόν 50 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως. Οι επενδυτές προτιμούν την Τουρκία από τους γείτονές της, γιατί είναι πιο σταθερή. Αλλά η διάχυση του συριακού πολέμου – οι θρησκευτικές συγκρούσεις και η ISIS - θα μπορούσε να τα πάρει όλα αυτά μακριά. Ο νέος πρόεδρος της Τουρκίας ελπίζει ότι ο πρωθυπουργός του, ο οποίος αρχικά εκτόξευσε την Τουρκία στην Μέση Ανατολή, μπορεί τώρα να βρει τρόπους για να την κρατήσει ασφαλή.
Σε αυτό το σημείο, είναι σχεδόν αδύνατο η Τουρκία να σφραγίσει τα σύνορά της ή να εγκαταλείψει την Μέση Ανατολή. Και είναι πολύ αργά για την Άγκυρα να κάνει πάλι εσωστρεφή την εξωτερική πολιτική της. Αυτό αφήνει τον Νταβούτογλου με μια επιλογή. Η Τουρκία είναι τώρα ένα μέρος τής πραγματικότητας της Μέσης Ανατολής και όλης της αναταραχής της. Η μόνη διέξοδος από αυτό θα είναι να υιοθετήσει εκ νέου το σύνθημα «Go West» τού Ατατούρκ και των Κεμαλικών. Η Άγκυρα μπορεί στην συνέχεια να εργαστεί με τους πραγματικούς συμμάχους της, όπως την Ευρώπη, το ΝΑΤΟ και τις Ηνωμένες Πολιτείες, ώστε να ανασχέσει τις περιφερειακές απειλές και να ευημερήσει μαζί τους.
Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.