Για τα 89 χρόνια ζωής του Μίκη Θεοδωράκη
Ηημερομηνία της επετείου της συμπλήρωσης των 40 ετών από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας στην Ελλάδα είναι πολύ κοντά στην ημέρα των γενεθλίων του Μίκη Θεοδωράκη. Πολύ κοντά ή μάλλον ταυτισμένη με την Ελλάδα και τη δημοκρατία είναι και η ίδια η ζωή του Μίκη Θεοδωράκη.
Τα 89 χρόνια ζωής του Μίκη Θεοδωράκη αποτυπώνουν τη διαχρονική ζωή της Ελλάδας, μορφοποιούν το σώμα της Ελλάδας. Γκρεμίζονται στις χαράδρες της, σχίζουν τα βουνά της, ορμούν στα ποτάμια της, πνίγονται στη θάλασσά της και φτάνουν ναυαγισμένα στα ακρογιάλια της.
Η ζωή του, σε στιγμιότυπα, δείχνει την αέναη δραματουργία του τόπου. Τα παιδικά του χρόνια, στη δεκαετία του 1930, περιπλανείται στις φλέβες του τόπου και βαπτίζεται στην ελληνικότητα. Το 1940 βρίσκεται σ' ένα τρένο για να μεταβεί στο μέτωπο. Τον Δεκέμβρη του '44, μέσα στη βοερή σιωπή της πομπής, πολεμά για την εθνική ανεξαρτησία και σημαδεύεται από τον πόθο της συμφιλίωσης. Στα τέλη της δεκαετίας του '40 ξυπνά εξόριστος στην παράξενη εξορία της Ικαρίας και λίγο αργότερα τον δένουν οι άπονες εξουσίες στον άνυδρο βράχο της Μακρονήσου. Τη δεκαετία του '50 φεύγει, όπως κάθε Οδυσσέας, από την πατρίδα, για να την καταλάβει καλύτερα. Επιστρέφει με οράματα και δίψα για προσφορά για την κοινωνία και τον πολιτισμό και με την ανάγκη της ένωσης των νεκρών αδερφών.
Προικισμένος με το χάρισμα της προορατικότητας και την ασύγκριτη ικανότητα της μέθεξης συνομιλεί με το Λαό-Χορό και τους Ποιητές και διατυπώνει μέσα από την τέχνη του το αίτημα για κράτος δικαίου, ελευθερία, συμμετοχική δημοκρατία και κοινωνική δικαιοσύνη. Το μουσικό του έργο υπηρετεί το όραμά του για μια τέχνη λαϊκή με εκφραστή και αποδέκτη τις ευρύτερες κοινωνικές ομάδες, ακόμη και αν η μουσική φόρμα που χρησιμοποιεί τον φέρνει αντίθετο με την Αριστερά. Η καλλιτεχνική του δημιουργία συνδέεται άρρηκτα με την πολιτική του δράση που τον βρίσκει μπροστά σε όλους τους λαϊκούς και εθνικούς αγώνες.
Η αρχή της δεκαετίας του '60 τον βρίσκει μ' ένα «Ζ» χαραγμένο στην καρδιά και αρχηγό της Δημοκρατικής Νεολαίας Λαμπράκη και πρωτοπόρο στους αγώνες για Δημοκρατία, με ρηξικέλευθες προτάσεις για φιλελεύθερη και προοδευτική μεταρρύθμιση, κοινωνική συμμετοχή και οικονομική ανάπτυξη με οικολογικό προσανατολισμό. Το «χάλκεον χέρι» της χούντας τον περιφέρει αλυσοδεμένο από τα κρατητήρια στις φυλακές Ωρωπού και τη Ζάτουνα, ενώ η μουσική του αναγορεύεται με Διάταγμα σε εχθρό.
Απελευθερώνεται και περιδιαβαίνει την οικουμένη αγωνιζόμενος, με όπλο την τέχνη, για την επιστροφή της Δημοκρατίας στο λίκνο της Δημοκρατίας. Με βαθιά ιστορική συνείδηση διακρίνει την ανάγκη ομαλής μετάβασης στη Δημοκρατία και αγωνίζεται για την εδραίωσή της, δυσαρεστώντας την Αριστερά. Επιστρέφει στον πληγωμένο τόπο και συμβάλλει στην επούλωση των τραυμάτων όχι μόνο με την καλλιτεχνική του δημιουργία, αλλά και με την πολιτική δράση του. Στα τέλη της δεκαετίας του '70 αρχίζει να αισθάνεται μια ύπουλη διαδικασία πολιτισμικής υποδούλωσης και αντιλαμβάνεται πλέον ότι η μουσική του απαγορεύεται και πάλι, αλλά αυτή τη φορά διά της σιωπής. Στις αρχές της δεκαετίας του '80, με την περιβόητη «Αλλαγή» και τους νέους «επιβάτες της εξουσίας», διαπιστώνει πλέον, με τα ιστορικά «ραντάρ» που διαθέτει, την πορεία αξιακής μετάλλαξης της ελληνικής κοινωνίας και αλλοίωσης της εθνικής ιδιοπροσωπίας μέσα σε μια ατμόσφαιρα διαφθοράς γρήγορου κέρδους και αποθέωσης του χρήματος. Ανησυχεί για τη Ρωμιοσύνη, προειδοποιεί για την πτώχευση του πολιτισμού, αντιμάχεται το λαϊκισμό και συμβάλλει στο σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας, υπερβαίνοντας σθεναρά τις φοβίες των πολιτικών του συντρόφων.
Η εξουσία επιχειρεί να τον χρησιμοποιήσει και σύντομα απελευθερώνεται καταδεικνύοντας τους νέους εχθρούς της δημοκρατίας και τη διαδικασία χειραγώγησης της λαϊκής βούλησης μέσα από το διαπλεκόμενο σύστημα μέσων ενημέρωσης και οικονομικής ισχύος. Παρά τα 70 χρόνια του και ενώ όλοι νομίζουν ότι θα αφοσιωθεί στην τέχνη και στα βιβλία του, αυτός είναι σε διαρκή εγρήγορση και παρεμβαίνει κριτικά στα κοινά. Τον Μάρτιο του 1999, με αναπάντεχη δημόσια παρέμβασή του, αναπτερώνει το ηθικό των Ελλήνων που έχει πληγεί από τη σκοτεινή υπόθεση Οτσαλάν. Στα 80 του χρόνια κάνει, με μια ιστορική ομιλία, μια θαρραλέα ιστορική αναδρομή και τομή στην πορεία της Αριστεράς από τον Δεκέμβρη του '44. Ολοι πιστεύουν ότι πλέον θα αποσυρθεί, αλλά αυτός είναι διαρκώς παρών, «και με φως και με θάνατον ακαταπαύστως». Οι προειδοποιήσεις του για εθνική αποχαύνωση επαληθεύονται τραγικά και η Ελλάδα των μνημονιακών υποχρεώσεων τον οδηγεί να βάλει και πάλι «σπίθα» για μια ρεαλιστική και επίπονη εθνική ανασύνταξη. Ο Δεκέμβρης του 2013 τον συναντά στην Ακαδημία Αθηνών σε ακόμη μια ιστορική ομιλία, που προσδιορίζει τη «μόνη λύση» για την Ελλάδα, με την ανάκτηση της εθνικής ανεξαρτησίας μέσω της πολιτικής της ουδετερότητας, που θα καταστήσει τη χώρα νησίδα πολιτισμού και ειρήνης.
Η ζωή του Μίκη Θεοδωράκη ταυτίζεται με τη ζωή του τόπου μας. Η συμβολή του στην πατρίδα μας έχει τεράστια αξία:
Είναι ο Μουσικός που άλλαξε τη Μουσική της Ελλάδας.
Είναι ο Ποιητής που διακρίνει τα σημάδια των καιρών και βλέπει μπροστά από τον καιρό του.
Είναι ο Καλλιτέχνης που δημιουργεί σε μέθεξη με το Λαό μας.
Είναι ο Διανοούμενος που με βαθιά ιστορική συνείδηση προμηνύει τις επερχόμενες εξελίξεις.
Είναι ο Πολίτης που ποτέ δεν παύει να ασχολείται με τα κοινά.
Είναι ο Πολιτικός που σέβεται την Πόλη, τον Πολίτη και τον Πολιτισμό.
Είναι ο Ελληνας που τιμά την Πατρίδα και την Οικουμένη.
Είναι ο Διόνυσος που μεταμορφώνεται και θα μεταμορφώνεται αενάως.
Χρόνια Πολλά, κύριε Μίκη Θεοδωράκη!
*Δικηγόρος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.