Του Κώστα Ράπτη
Πού θα ρίξει το βάρος της η Κίνα στην ουκρανική κρίση; Η στάση του Πεκίνου αναγνωρίζεται από όλους τους αναλυτές ως καθοριστική, όμως η κινεζική διπλωματία επιμελώς καλλιεργεί μια τοποθέτηση εξαιρετικά αμφίσημη. Στο μπίφινγκ του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών τη Δευτέρα η εκπρόσωπος Qin Gang δήλωσε: “Καταδικάζουμε τις πρόσφατες ακραίες και βίαιες πράξεις και παροτρύνουμε κάθε εμπλεκόμενο μέρος στην Ουκρανία να εργασθεί για την επίλυση των εσωτερικών διαφορών ειρηνικά μέσα στο νόμιμο πλαίσιο ώστε να εξασφαλισθούν τα θεμιτά δικαιώματα και συμφέροντα όλων των εθνοτικών κοινοτήτων της χώρας και να αποκατασταθεί το νωρίτερο η κοινωνική ομαλότητα”. Ως εδώ η δήλωση προφανώς “κλείνει το μάτι” στη Ρωσία, εφόσον η Ουκρανία παρουσιάζεται ως ένας χώρος ανομίας, όπου απειλούνται οι “εθνοτικές κοινότητες”. Ωστόσο η συνέχεια είναι η εξής: “Πάγια θέση της Κίνας είναι να μην αναμιγνύεται στις εσωτερικές υποθέσεις των άλλων. Σεβόμαστε την ανεξαρτησία, κυριαρχία και εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας. Υπάρχουν λόγοι που η κατάσταση στην Ουκρανία έφθασε στο σημείο που είναι σήμερα. Η Κίνα παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις και καλεί κάθε εμπλεκόμενο να αναζητήσει μια πολιτική λύση μέσω διαλόγου βασισμένου στον σεβασμό του διεθνούς δικαίου και στους κανόνες των διεθνών σχέσεων, ώστε να εξασφαλισθεί η ειρήνη και η περιφερειακή σταθερότητα”. Οι κατήγοροι της Ρωσίας έχουν λόγους να είναι ικανοποιημένοι από αυτή την προσθήκη. Την επομένη, η τηλεφωνική συνομιλία του Ρώσου προέδρου Vladimir Putin με τον Κινέζο ομόλογό του Xi Jingping αποτύπωσε, σύμφωνα με το σχετικό ανακοινωθέν του Κρεμλίνου, “ευρεία ταύτιση απόψεων”. Ωστόσο, η εκδοχή που πρόσφερε η κινεζική πλευρά ήταν πολύ πιο συγκρατημένη. Η στάση της Κίνας υπαγορεύεται σε πρώτο επίπεδο από την ανάγκη να προστατευθούν άμεσα κινεζικά συμφέροντα στην Ουκρανία, αλλά και από υπολογισμούς για τις ευρύτερες επιπτώσεις που μπορεί να έχει η ρωσο-αμερικανική αντιπαράθεση στον διεθνή συσχετισμό δυνάμεων. Η Ουκρανία (τέταρτος μεγαλύτερος εξαγωγέας οπλισμού παγκοσμίως από το 2012) αποτελεί σημαντικό προμηθευτή της Κίνας, ενώ το Liaoning, πρώτο κινεζικό αεροπλανοφόρο, προέκυψε από την αγορά και μετασκευή ουκρανικού σκάφους. Το τελευταίο διάστημα ο ανατραπείς πρόεδρος της Ουκρανίας Victor Yanukovich “φλέρταρε” εντατικά την Κίνα και κατά την επίσκεψή του στο Πεκίνο τον Δεκέμβριο εξασφάλισε βοήθεια ύψους 8 δισ. δολαρίων (επιπλέον των 10 δισ. που έχουν χορηγηθεί τα αμέσως προηγούμενα χρόνια) καθώς και την επένδυση 3 δισ. για την κατασκευή λιμενικών εγκαταστάσεων προς κινεζική χρήση κοντά στη Σεβαστούπολη . Έναν χρόνο νωρίτερα, είχε γίνει γνωστό ότι η Κίνα μίσθωσε στην ανατολική Ουκρανία έκταση ίση με το μέγεθος του Βελγίου (3 εκατομμύρια εκτάρια, ήτοι το 5% της ουκρανικής επικράτειας) για την εκτροφή χοίρων με προορισμό την κινεζική αγορά – αν και έκτοτε η ουκρανική εταιρεία KSG Agro υποστήριξε ότι δεν έχει το δικαίωμα να μισθώνει γη και ότι η περιώνυμη συμφωνία δεν ήταν παρά ένα Letter of intent για την εγκατάσταση αρδευτικών συστημάτων σε μία περιοχή 3.000 εκταρίων. Σε κάθε περίπτωση, η Κίνα δεν θα ήθελε να τεθούν σε κίνδυνο οι επενδύσεις της (οι οποίες συμφωνήθηκαν με την κυβέρνηση Yanukovich) και οφείλει να καλλιεργεί τις σχέσεις της με την διάδοχη κατάσταση στο Κίεβο. Από την άλλη πλευρά, τα νέα δεδομένα που δημιουργεί η ρωσική στρατιωτική επέμβαση στην Κριμαία προβληματίζουν το Πεκίνο από πολλές απόψεις. Η Κίνα αποδοκιμάζει τις αποσχιστικές τάσεις εθνοτικών μειονοτήτων, έχοντας κατά νού τους δικούς της ανοιχτούς λογαριασμούς με τους Θιβετιανούς, τους Ουιγούρους κ.ο.κ. Από την άλλη πλευρά, με ενδιαφέρον παρακολουθεί τις αντιδράσεις της Δύσης, διότι η ουσιαστική αδυναμία της να φρενάρει τη ρωσική στρατιωτική κινητικότητα, δελεάζει το Πεκίνο να επιχειρήσει αντίστοιχες “προβολές ισχύος” στις διαφιλονικούμενες νησίδες της ανατολικής και της νότιας Σινικής Θάλασσας. Επιπλέον, η Κίνα έχει αναγάγει σε δόγμα την “μη ανάμιξη στα εσωτερικά άλλων χωρών”, που της επιτρέπει τη βολική “ουδετερότητα” σε κρίσεις όπως του Σουδάν ή της Βόρειας Κορέας καθώς και την καλλιέργεια των οικονομικών της σχέσεων με αυταρχικά καθεστώτα ανά τον κόσμο. Ευρύτερα, η κινεζική διπλωματία έχει κάθε λόγο να επιχαίρει με την επιδείνωση των σχέσεων Ρωσίας και ΗΠΑ, διότι θα επωφεληθεί από την απορρόφηση της Ουάσιγκτον στα “μέτωπα” του δυτικού άκρου της Ευρασίας και την αναπόφευκτη σε αυτό το φόντο καθυστέρηση της εξαγγελθείσας από τον Obama “στροφής” (pivot) των αμερικανικών προτεραιοτήτων στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού. Από την άλλη, όμως, έχει κάθε λόγο να ανησυχεί με το τέλος της ρωσο-αμερικανικής “συνεννόησης” που κινδυνεύει να αποσταθεροποιήσει τη Μέση Ανατολή (βασικό τροφοδότη της σε ενέργεια) και πολύ περισσότερο την Κεντρική Ασία, περιοχή άμεσου στρατηγικού ενδιαφέροντος της Κίνας. Χαρακτηριστικά, η αγγλόφωνη κρατική εφημερίδα της Κίνας Global Times (που κινείται σε περισσότερο εθνικιστική κατεύθυνση από την επισήμως εκφερόμενη διπλωματική γραμμή), σε κύριο άρθρο της υποστηρίζει ότι το Πεκίνο οφείλει να έχει μια στάση που να κυμαίνεται από την ουδετερότητα στην διακριτική υποστήριξη της Ρωσίας, ώστε να διατηρήσει τη δυνατότητα να λειτουργήσει μεσολαβητικά στην κρίση. Προστίθεται, ωστόσο, ότι η Ρωσία “είναι ο πιο αξιόπιστος στρατηγικός εταίρος της Κίνας”, αναντικατάστατος “για τις επόμενες δύο με τρεις δεκαετίες”, και το Πεκίνο “δεν θα πρέπει να τον απογοητεύσει στη δύσκολη ώρα”. “Το ότι η Ρωσία αντιστέκεται στην κίνηση των Δυτικών δυνάμεων προς Ανατολάς είναι σημαντικό όχι μόνο για το μέλλον της ίδιας αλλά και για τα κινεζικά συμφέροντα”, συμπληρώνει το άρθρο. Όσο για τη λογική της “μη ανάμιξης”, περιορίζεται αντικειμενικά από τις πολυάριθμες περιστάσεις που η Δύση έχει ανομολόγητα αναμιχθεί στα εσωτερικά τρίτων χωρών... Η ίδια εφημερίδα δημοσίευσε δημοσκόπηση στην οποία σχεδόν οι μισοί ερωτηθέντες επιδοκιμάζουν, ως συμφέρουσες για την Κίνα, τις στρατιωτικές κινήσεις της Ρωσίας στην Κριμαία. Οπωσδήποτε, οι εξελίξεις ωθούν σε σύσφιξη των σχέσεων Ρωσίας και Κίνας, εξ ού και η κινεζική διπλωματία περιορίζεται σε ουδέτερες γενικότητες και έχει αποφύγει οποιαδήποτε καταδίκη των ρωσικών κινήσεων. Ωστόσο, η σύμπραξη Μόσχας-Πεκίνου, που έχει αποτυπωθεί και στην συγκρότηση του Συμφώνου της Σαγκάης ή στην κοινή στάση των δύο δυνάμεων στα περισσότερα ζητήματα που ανακύπτουν στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, δεν είναι απαλλαγμένη από καχυποψία. Οι δύο χώρες ανταγωνίζονται για την άσκηση επιρροής στις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες της Κεντρικής Ασίας, ενώ η ελίτ της Ρωσίας (που επιμένει να έχει μιαν “ευρωπαϊκή” συνείδηση του εαυτού της) ζει διαρκώς με τον φόβο της κινεζικής διείσδυσης στην αραιοκατοικημένη και πλούσια σε φυσικούς πόρους ρωσική Άπω Ανατολή. |
Πηγή:www.capital.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.