Ο Ερντογάν "δείχνει στον κόσμο ότι η Τουρκία είναι μία χώρα με αναξιόπιστη δημοκρατία, προβληματικό σύνταγμα και όλο και μικρότερο αριθμό συμμάχων". Το σκληρό editorial των Financial Times, που αμφισβητεί το τουρκικό μοντέλο για τον μουσουλμανικό κόσμο.
Κατά το μεγαλύτερο μέρος της προηγούμενης δεκαετίας, άπαντες χαιρέτιζαν τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν για την οικονομική και πολιτική μεταμόρφωση που έφερε στην Τουρκία. Από τότε που το μετριοπαθές ισλαμικό κόμμα ΑΚ πήρε την εξουσία το 2002, η χώρα απόλαυσε μία περίοδο πολιτικής σταθερότητας, μετά από πολλά χρόνια αστάθειας στους κυβερνητικούς συνασπισμούς. Η οικονομία της τριπλασιάστηκε σε όρους δολαρίου, με αποτέλεσμα να θεωρείται μία από τις πιο δυναμικές αναπτυσσόμενες αγορές. Όταν ξέσπασε η Αραβική Άνοιξη το 2011, το τουρκικό μοντέλο δημοκρατίας σε ένα μουσουλμανικό κράτος υμνήθηκε ως παράδειγμα προς μίμηση και για άλλες χώρες της περιοχής.
Σήμερα όμως, η Τουρκία βιώνει πολιτική αναταραχή και η διεθνής υπόληψη που έχτισε ο Τ. Ερντογάν θρυμματίζεται. Το τελευταίο χτύπημα ήταν το σκάνδαλο διαφθοράς που εμπλέκει πολλά μέλη της κυβέρνησής του. Η αντίδρασή του ήταν να υπερασπιστεί τον εαυτό του σαμποτάροντας την εισαγγελική έρευνα με πιστούς φίλους, ανατρέποντας τον νόμο. Ως αποτέλεσμα, οι ξένοι επενδυτές γίνονται όλοι και πιο νευρικοί καθώς μάλιστα η κρίση επηρεάζει και γειτονικά κράτη, όπως η Συρία και το Ιράκ.
Στην καρδιά των προβλημάτων βρίσκεται το απολυταρχικό ύφος που υιοθέτησε ο Τ. Ερντογάν από τότε που το ΑΚ κέρδισε για τρίτη θητεία τις εκλογές, το 2011. Το καλοκαίρι, η διεθνής κοινότητα πήρε μια γεύση όταν ξέσπασαν διαδηλώσεις στην Κωνσταντινούπολη ενάντια σε ένα κατασκευαστικό έργο. Η εχθρική αντίδραση του Ερντογάν -ένας διαδηλωτής σκοτώθηκε και έγιναν δεκάδες συλλήψεις- οδήγησε στην εξάπλωση των διαδηλώσεων διεθνώς.
Ακόμη και αυτά τα γεγονότα, όμως, επισκιάστηκαν τον προηγούμενο μήνα όταν η αστυνομία συνέλαβε περισσότερα από 50 άτομα με την κατηγορία της χειραγώγησης δημοπρασιών και της δωροδοκίας - εκ των οποίων και αρκετά πρόσωπα από το στενό περιβάλλον του πρωθυπουργού και της κυβέρνησής του. Η αντίδραση του Τ. Ερντογάν ήταν να μεταθέσει τους αστυνομικούς που διεξήγαγαν την έρευνα σε άλλα καθήκοντα. Μόνο αυτήν την εβδομάδα, περίπου 400 αστυνομικοί που εμπλέκονται στην έρευνα μετατέθηκαν.
Ο Τ. Ερντογάν υποστηρίζει ότι υπάρχει πολιτικό κίνητρο σε αυτήν την υπόθεση και πως όλα καθοδηγούνται από τον Φετχουλάχ Γκουλέν, ιμάμη που μέχρι πρότινος ήταν σύμμαχος του κόμματος ΑΚ. Είναι σαφές ότι οι δύο άνδρες έχουν εμπλακεί σε μία άσχημη μάχη εξουσίας. Η καταπιεστική προσέγγιση του Τ. Ερντογάν, όμως, απειλεί και το μεγαλύτερο επίτευγμα, την τουρκική οικονομία. Οι ξένοι επενδυτές φοβούνται όλο και περισσότερο από την επικίνδυνη διάβρωση του κράτους δικαίου. Κι αυτό έχει σημασία γιατί το μεγάλο έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της Τουρκίας χρηματοδοτείται από ζεστό χρήμα και όχι από μακροπρόθεσμες επενδύσεις, με αποτέλεσμα η οικονομία να είναι ευάλωτη στην παραμικρή υπόνοια πολιτικού κινδύνου.
Και δεν είναι αυτό το μόνο θέμα που απασχολεί τους επενδυτές. Η Τουρκία αντιμετωπίζει και άλλες σημαντικές προκλήσεις. Είναι ευάλωτη στον εμφύλιο πόλεμο της Συρίας, όπου στήριξε σθεναρά τους αντάρτες που μάχονται ενάντια στο καθεστώς Άσαντ. Η στήριξη για τις αντικαθεστωτικές δυνάμεις επηρέασε παράλληλα τις σχέσεις της χώρας με το Ιράκ, το Αφγανιστάν και τη Ρωσία. Παράλληλα, οι σχέσεις με τις ΗΠΑ επλήγησαν από τους τουρκικούς υπαινιγμούς για αμερικανική συμμετοχή στην έρευνα διαφθοράς.
Μέχρι τώρα, ο βασικός πολιτικός στόχος του Τ. Ερντογάν ήταν να εξασφαλίσει την ανάδειξή του στην τουρκική προεδρία μετά τον Αύγουστο που ολοκληρώνεται η θητεία Γκιουλ. Δεδομένης της αναταραχής που έχει προκληθεί με τις κατηγορίες διαφθοράς, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι αυτός ο στόχος θα επιτευχθεί. Σε κάθε περίπτωση, το τίμημα που πληρώνει η Τουρκία για το απολυταρχικό του ύφος είναι τεράστιο. Ο Τ. Ερντογάν δείχνει στον κόσμο ότι η Τουρκία είναι μία χώρα με αναξιόπιστη δημοκρατία, προβληματικό σύνταγμα και ολοένα μικρότερο αριθμό συμμάχων. Ό,τι κι αν φέρει το 2014, θα χρειαστεί μεγάλο χρονικό διάστημα για να ανακτήσει η Τουρκία τη φήμη του μετριοπαθούς ισλαμικού έθνους που βλέπει στο μέλλον και το οποίο θα έπρεπε να ακολουθήσουν και άλλες χώρες της περιοχής.
Σήμερα όμως, η Τουρκία βιώνει πολιτική αναταραχή και η διεθνής υπόληψη που έχτισε ο Τ. Ερντογάν θρυμματίζεται. Το τελευταίο χτύπημα ήταν το σκάνδαλο διαφθοράς που εμπλέκει πολλά μέλη της κυβέρνησής του. Η αντίδρασή του ήταν να υπερασπιστεί τον εαυτό του σαμποτάροντας την εισαγγελική έρευνα με πιστούς φίλους, ανατρέποντας τον νόμο. Ως αποτέλεσμα, οι ξένοι επενδυτές γίνονται όλοι και πιο νευρικοί καθώς μάλιστα η κρίση επηρεάζει και γειτονικά κράτη, όπως η Συρία και το Ιράκ.
Στην καρδιά των προβλημάτων βρίσκεται το απολυταρχικό ύφος που υιοθέτησε ο Τ. Ερντογάν από τότε που το ΑΚ κέρδισε για τρίτη θητεία τις εκλογές, το 2011. Το καλοκαίρι, η διεθνής κοινότητα πήρε μια γεύση όταν ξέσπασαν διαδηλώσεις στην Κωνσταντινούπολη ενάντια σε ένα κατασκευαστικό έργο. Η εχθρική αντίδραση του Ερντογάν -ένας διαδηλωτής σκοτώθηκε και έγιναν δεκάδες συλλήψεις- οδήγησε στην εξάπλωση των διαδηλώσεων διεθνώς.
Ακόμη και αυτά τα γεγονότα, όμως, επισκιάστηκαν τον προηγούμενο μήνα όταν η αστυνομία συνέλαβε περισσότερα από 50 άτομα με την κατηγορία της χειραγώγησης δημοπρασιών και της δωροδοκίας - εκ των οποίων και αρκετά πρόσωπα από το στενό περιβάλλον του πρωθυπουργού και της κυβέρνησής του. Η αντίδραση του Τ. Ερντογάν ήταν να μεταθέσει τους αστυνομικούς που διεξήγαγαν την έρευνα σε άλλα καθήκοντα. Μόνο αυτήν την εβδομάδα, περίπου 400 αστυνομικοί που εμπλέκονται στην έρευνα μετατέθηκαν.
Ο Τ. Ερντογάν υποστηρίζει ότι υπάρχει πολιτικό κίνητρο σε αυτήν την υπόθεση και πως όλα καθοδηγούνται από τον Φετχουλάχ Γκουλέν, ιμάμη που μέχρι πρότινος ήταν σύμμαχος του κόμματος ΑΚ. Είναι σαφές ότι οι δύο άνδρες έχουν εμπλακεί σε μία άσχημη μάχη εξουσίας. Η καταπιεστική προσέγγιση του Τ. Ερντογάν, όμως, απειλεί και το μεγαλύτερο επίτευγμα, την τουρκική οικονομία. Οι ξένοι επενδυτές φοβούνται όλο και περισσότερο από την επικίνδυνη διάβρωση του κράτους δικαίου. Κι αυτό έχει σημασία γιατί το μεγάλο έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της Τουρκίας χρηματοδοτείται από ζεστό χρήμα και όχι από μακροπρόθεσμες επενδύσεις, με αποτέλεσμα η οικονομία να είναι ευάλωτη στην παραμικρή υπόνοια πολιτικού κινδύνου.
Και δεν είναι αυτό το μόνο θέμα που απασχολεί τους επενδυτές. Η Τουρκία αντιμετωπίζει και άλλες σημαντικές προκλήσεις. Είναι ευάλωτη στον εμφύλιο πόλεμο της Συρίας, όπου στήριξε σθεναρά τους αντάρτες που μάχονται ενάντια στο καθεστώς Άσαντ. Η στήριξη για τις αντικαθεστωτικές δυνάμεις επηρέασε παράλληλα τις σχέσεις της χώρας με το Ιράκ, το Αφγανιστάν και τη Ρωσία. Παράλληλα, οι σχέσεις με τις ΗΠΑ επλήγησαν από τους τουρκικούς υπαινιγμούς για αμερικανική συμμετοχή στην έρευνα διαφθοράς.
Μέχρι τώρα, ο βασικός πολιτικός στόχος του Τ. Ερντογάν ήταν να εξασφαλίσει την ανάδειξή του στην τουρκική προεδρία μετά τον Αύγουστο που ολοκληρώνεται η θητεία Γκιουλ. Δεδομένης της αναταραχής που έχει προκληθεί με τις κατηγορίες διαφθοράς, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι αυτός ο στόχος θα επιτευχθεί. Σε κάθε περίπτωση, το τίμημα που πληρώνει η Τουρκία για το απολυταρχικό του ύφος είναι τεράστιο. Ο Τ. Ερντογάν δείχνει στον κόσμο ότι η Τουρκία είναι μία χώρα με αναξιόπιστη δημοκρατία, προβληματικό σύνταγμα και ολοένα μικρότερο αριθμό συμμάχων. Ό,τι κι αν φέρει το 2014, θα χρειαστεί μεγάλο χρονικό διάστημα για να ανακτήσει η Τουρκία τη φήμη του μετριοπαθούς ισλαμικού έθνους που βλέπει στο μέλλον και το οποίο θα έπρεπε να ακολουθήσουν και άλλες χώρες της περιοχής.
ΠΗΓΗ: FT.com μέσω http://www.euro2day.gr/
Copyright The Financial Times Ltd. All rights reserved.
Copyright The Financial Times Ltd. All rights reserved.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.