Του Κώστα Ράπτη
Ενώ η Τουρκία αναμένει την επιστροφή του Tayyip Erdoğan από την βορειοαφρικανική του περιοδεία, η συνολική εικόνα της αναταραχής στη γειτονική χώρα εμπλουτίσθηκε το τελευταία δύο 24ωρα με νέα, άκρως ενδιαφέροντα στοιχεία.
Το πρώτο είναι αναμφίβολα η ανακοίνωση που εξέδωσε υπέρ των διαδηλώσεων η Ένωση Κουρδικών Κοινοτήτων (KCK), θύμα η ίδια ενός μαζικού κύματος συλλήψεων σε προηγούμενο χρόνο, οπότε είχε κατηγορηθεί ως “βιτρίνα” του ΡΚΚ στην “κοινωνία των πολιτών”. Με την ανακοίνωση αυτή αποσείεται κάθε εντύπωση ότι το οργανωμένο κουρδικό στοιχείο κρατιέται έξω από την αμφισβήτηση της πολιτείας του Tayyip Erdoğan προκειμένου να μην διακινδυνεύσει το μείζον, ήτοι την διαδικασία ειρήνευσης που βρίσκεται σε εξέλιξη έπειτα από την συμφωνία του Τούρκου Πρωθυπουργού με τον φυλακισμένο ηγέτη του PKK Abdullah Öcalan.
Στην ανακοίνωσή της η KCK κάλεσε τους Κούρδους να συντονισθούν με τις λοιπές προοδευτικές δυνάμεις και “να αναλάβουν τις ευθύνες τους, ώστε να προχωρήσει προς την σωστή κατεύθυνση η πρωτοβουλία, που θα μεταμορφώσει την Τουρκία σε δημοκρατική χώρα”.
Τονίζεται δε ότι η διαδικασία ειρήνευσης “δεν έχει ως στόχο μόνο τη δημοκρατική επίλυση του Κουρδικού, αλλά και τον εκδημοκρατισμό της Τουρκίας”. Ο κατ’ επίφαση περιορισμός του στρατού από το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) δεν εξάλειψε τη βία, την οποία τώρα ασκεί η αστυνομία, υποστηρίζεται στην ίδια ανακοίνωση.
Με άλλα λόγια, η πτέρυγα του κουρδικού στοιχείου που εκφράζεται από την KCK, αντιλαμβάνεται τους κινδύνους απομόνωσής της, αν σε αυτή την κρίσιμη συγκυρία κατοχυρωθεί ως απλό δεκανίκι του Erdoğan, διακρίνει σοβαρό κίνδυνο ακύρωσης της διαδικασίας ειρήνευσης από ενδεχόμενη αλλαγή συσχετισμών και μεταθέτει τη συζήτηση από το ξεπερασμένο πλέον δίλημμα “το ΑΚΡ ή τους στρατηγούς” στην αμφισβήτηση των πατερναλιστικών δομών στη γειτονική χώρα, που έμειναν αλώβητοι από την αλλαγή στην κορυφή της εξουσίας.
Υπενθυμίζεται ότι η δρομολογημένη από τον Ιανουάριο διαδικασία επίλυσης του Κουρδικό αποτελεί το κορυφαίο ιστορικό στοίχημα του Erdoğan, εφόσον τυχόν ευόδωσή της ανοίγει τον δρόμο στην μονοκρατορία του, με συνεργασία του φιλοκουρδικού κόμματος BDP στην αναθεώρηση του Συντάγματος για την καθιέρωση ενός προεδρικού μοντέλου στα φιλόδοξα μέτρα του νυν Πρωθυπουργού.
Σε παράλληλες εξελίξεις, ο πρόεδρος της Τουρκικής Δημοκρατίας Abdullah Gül εξακολούθησε να κινείται σε απόκλιση από την γραμμή Erdogan, καθώς έγινε γνωστό ότι διαβεβαίωσε το προεδρείο της Συνομοσπονδίας Τούρκων Εμποροβιοτεχνών (TESK) πως θα “κάνει ό,τι πρέπε锨, κοινώς δεν θα προσυπογράψει, αν διαπιστώσει συνταγματικά προβλήματα με τον επίμαχο αντιαλκοολικό νόμο που υιοθέτησε στις 24 Μαϊου η Τουρκική Εθνοσυνέλευση. Την ίδια ώρα, ο έτερος συνιδρυτής του κυβερνώντος κόμματος Bülent Arınç δεχόταν αντιπροσωπεία της “Πλατφόρμας Ταξίμ” η οποία του παρουσίαζε τα αιτήματά της (ακύρωση του επίμαχου σχεδίου ανάπλασης, απελευθέρωση συλληφθέντων, απαγόρευση της χρήσης χημικών, αποπομπή των πολιτικών και υπηρεσιακών παραγόντων που ευθύνονται για το κατασταλτικό αμόκ της περασμένης Παρασκευής).
Το αν η στάση του Gül και του Arınç αποτελεί παιχνίδι κατανομής ρόλων (όσο ο Erdoğan τιμάται στην Αλγερία με τον τίτλο του επίτιμου διδάκτορα για την... προσφορά του στην ανθρωπότητα και αναλύει τις αρετές του εκδημοκρατισμού στην Τυνησία, αρχική εστία της “Αραβικής Άνοιξης”) ή βαθύτερη διαφωνία στους κόλπους των κυβερνώντων δεν θα απαντηθεί πριν από την Παρασκευή. Θα επιλέξει ο Τούρκος πρωθυπουργός τη ριψοκίνδυνη γραμμή της κινητοποίησης της “σιωπηλής πλειοψηφίας”, με τη διοργάνωση αντιδιαδηλώσεων, όπως ήδη συνέβη στην ιδιαίτερη πατρίδα του Rize; Θα ανοίξει τα χαρτιά τους ως προς τους πράκτορες των ξένων δυνάμεων που ισχυρίζεται ότι τον υπονομεύουν; Θα επιλέξει κάτι πιο θεαματικό (π.χ. προκήρυξη εκλογών);
Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι τόσο ο Gül όσο και ο Arinc θεωρούνται προσκείμενοι στον εγκατεστημένο στις ΗΠΑ και συνοδευόμενο από υποψίες συνεργασίας με τη CIA ιεροκήρυκα Fethullah Gülen, επικεφαλής ενός κινήματος με μεγάλη διείσδυση στην τουρκική αστυνομία, το οποίο ελέγχει μεταξύ άλλων ένα διεθνές δίκτυο σχολείων και αρκετά μέσα ενημέρωσης (π.χ. Zaman). Επιπλέον, ο Gül διατηρεί (από τα χρόνια της θητείας του στην Ισλαμική Αναπτυξιακή Τράπεζα στη Τζέντα) στενούς δεσμούς με τη Σαουδική Αραβία, την ώρα που ο μεγάλος περιφερειακός ανταγωνιστής της, το Εμιράτο του Κατάρ συντονίζεται πλήρως με τον Erdoğan στην προώθηση της Μουσουλμανικής Αδελφότητας ανά τον κόσμο.
Με αυτή την έννοια, και με δεδομένη τη νευρικότητα της Ουάσιγκτον για τον ανεξέλεγκτο πλέον ρόλο του Κατάρ στη συριακή κρίση, αποκτά τα κατάλληλα συμφραζόμενα και το άλλο εντυπωσιακό στοιχείο των ημερών, ήτοι η καθημερινή ομοβροντία δηλώσεων Αμερικανών ιθυνόντων υπέρ των δικαιωμάτων των Τούρκων διαδηλωτών...
Το πρώτο είναι αναμφίβολα η ανακοίνωση που εξέδωσε υπέρ των διαδηλώσεων η Ένωση Κουρδικών Κοινοτήτων (KCK), θύμα η ίδια ενός μαζικού κύματος συλλήψεων σε προηγούμενο χρόνο, οπότε είχε κατηγορηθεί ως “βιτρίνα” του ΡΚΚ στην “κοινωνία των πολιτών”. Με την ανακοίνωση αυτή αποσείεται κάθε εντύπωση ότι το οργανωμένο κουρδικό στοιχείο κρατιέται έξω από την αμφισβήτηση της πολιτείας του Tayyip Erdoğan προκειμένου να μην διακινδυνεύσει το μείζον, ήτοι την διαδικασία ειρήνευσης που βρίσκεται σε εξέλιξη έπειτα από την συμφωνία του Τούρκου Πρωθυπουργού με τον φυλακισμένο ηγέτη του PKK Abdullah Öcalan.
Στην ανακοίνωσή της η KCK κάλεσε τους Κούρδους να συντονισθούν με τις λοιπές προοδευτικές δυνάμεις και “να αναλάβουν τις ευθύνες τους, ώστε να προχωρήσει προς την σωστή κατεύθυνση η πρωτοβουλία, που θα μεταμορφώσει την Τουρκία σε δημοκρατική χώρα”.
Τονίζεται δε ότι η διαδικασία ειρήνευσης “δεν έχει ως στόχο μόνο τη δημοκρατική επίλυση του Κουρδικού, αλλά και τον εκδημοκρατισμό της Τουρκίας”. Ο κατ’ επίφαση περιορισμός του στρατού από το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) δεν εξάλειψε τη βία, την οποία τώρα ασκεί η αστυνομία, υποστηρίζεται στην ίδια ανακοίνωση.
Με άλλα λόγια, η πτέρυγα του κουρδικού στοιχείου που εκφράζεται από την KCK, αντιλαμβάνεται τους κινδύνους απομόνωσής της, αν σε αυτή την κρίσιμη συγκυρία κατοχυρωθεί ως απλό δεκανίκι του Erdoğan, διακρίνει σοβαρό κίνδυνο ακύρωσης της διαδικασίας ειρήνευσης από ενδεχόμενη αλλαγή συσχετισμών και μεταθέτει τη συζήτηση από το ξεπερασμένο πλέον δίλημμα “το ΑΚΡ ή τους στρατηγούς” στην αμφισβήτηση των πατερναλιστικών δομών στη γειτονική χώρα, που έμειναν αλώβητοι από την αλλαγή στην κορυφή της εξουσίας.
Υπενθυμίζεται ότι η δρομολογημένη από τον Ιανουάριο διαδικασία επίλυσης του Κουρδικό αποτελεί το κορυφαίο ιστορικό στοίχημα του Erdoğan, εφόσον τυχόν ευόδωσή της ανοίγει τον δρόμο στην μονοκρατορία του, με συνεργασία του φιλοκουρδικού κόμματος BDP στην αναθεώρηση του Συντάγματος για την καθιέρωση ενός προεδρικού μοντέλου στα φιλόδοξα μέτρα του νυν Πρωθυπουργού.
Σε παράλληλες εξελίξεις, ο πρόεδρος της Τουρκικής Δημοκρατίας Abdullah Gül εξακολούθησε να κινείται σε απόκλιση από την γραμμή Erdogan, καθώς έγινε γνωστό ότι διαβεβαίωσε το προεδρείο της Συνομοσπονδίας Τούρκων Εμποροβιοτεχνών (TESK) πως θα “κάνει ό,τι πρέπε锨, κοινώς δεν θα προσυπογράψει, αν διαπιστώσει συνταγματικά προβλήματα με τον επίμαχο αντιαλκοολικό νόμο που υιοθέτησε στις 24 Μαϊου η Τουρκική Εθνοσυνέλευση. Την ίδια ώρα, ο έτερος συνιδρυτής του κυβερνώντος κόμματος Bülent Arınç δεχόταν αντιπροσωπεία της “Πλατφόρμας Ταξίμ” η οποία του παρουσίαζε τα αιτήματά της (ακύρωση του επίμαχου σχεδίου ανάπλασης, απελευθέρωση συλληφθέντων, απαγόρευση της χρήσης χημικών, αποπομπή των πολιτικών και υπηρεσιακών παραγόντων που ευθύνονται για το κατασταλτικό αμόκ της περασμένης Παρασκευής).
Το αν η στάση του Gül και του Arınç αποτελεί παιχνίδι κατανομής ρόλων (όσο ο Erdoğan τιμάται στην Αλγερία με τον τίτλο του επίτιμου διδάκτορα για την... προσφορά του στην ανθρωπότητα και αναλύει τις αρετές του εκδημοκρατισμού στην Τυνησία, αρχική εστία της “Αραβικής Άνοιξης”) ή βαθύτερη διαφωνία στους κόλπους των κυβερνώντων δεν θα απαντηθεί πριν από την Παρασκευή. Θα επιλέξει ο Τούρκος πρωθυπουργός τη ριψοκίνδυνη γραμμή της κινητοποίησης της “σιωπηλής πλειοψηφίας”, με τη διοργάνωση αντιδιαδηλώσεων, όπως ήδη συνέβη στην ιδιαίτερη πατρίδα του Rize; Θα ανοίξει τα χαρτιά τους ως προς τους πράκτορες των ξένων δυνάμεων που ισχυρίζεται ότι τον υπονομεύουν; Θα επιλέξει κάτι πιο θεαματικό (π.χ. προκήρυξη εκλογών);
Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι τόσο ο Gül όσο και ο Arinc θεωρούνται προσκείμενοι στον εγκατεστημένο στις ΗΠΑ και συνοδευόμενο από υποψίες συνεργασίας με τη CIA ιεροκήρυκα Fethullah Gülen, επικεφαλής ενός κινήματος με μεγάλη διείσδυση στην τουρκική αστυνομία, το οποίο ελέγχει μεταξύ άλλων ένα διεθνές δίκτυο σχολείων και αρκετά μέσα ενημέρωσης (π.χ. Zaman). Επιπλέον, ο Gül διατηρεί (από τα χρόνια της θητείας του στην Ισλαμική Αναπτυξιακή Τράπεζα στη Τζέντα) στενούς δεσμούς με τη Σαουδική Αραβία, την ώρα που ο μεγάλος περιφερειακός ανταγωνιστής της, το Εμιράτο του Κατάρ συντονίζεται πλήρως με τον Erdoğan στην προώθηση της Μουσουλμανικής Αδελφότητας ανά τον κόσμο.
Με αυτή την έννοια, και με δεδομένη τη νευρικότητα της Ουάσιγκτον για τον ανεξέλεγκτο πλέον ρόλο του Κατάρ στη συριακή κρίση, αποκτά τα κατάλληλα συμφραζόμενα και το άλλο εντυπωσιακό στοιχείο των ημερών, ήτοι η καθημερινή ομοβροντία δηλώσεων Αμερικανών ιθυνόντων υπέρ των δικαιωμάτων των Τούρκων διαδηλωτών...
Πηγή:www.capital.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.