Τρίτη 5 Φεβρουαρίου 2013

Θα φέρει η ενέργεια πιο κοντά ΗΠΑ-Ιράν;


Του Κώστα Ράπτη 
Η Διάσκεψη Ασφαλείας του Μονάχου συνηθιζόταν τα τελευταία χρόνια να είναι εκείνη η δημόσια διοργάνωση όπου η μεν Ρωσία εκτόξευε μύδρους εναντίον της Δύσης για υπονόμευση όλου του υφιστάμενου νομικοπολιτικού πλαισίου της διεθνούς σκηνής, οι δε ΗΠΑ υπενθύμιζαν σε αυστηρούς τόνους στους Ευρωπαίους συμμάχους τους στο ΝΑΤΟ ότι θα πρέπει να αναλάβουν το κόστος που τους αντιστοιχεί στον τομέα της ασφάλειας.

Ωστόσο, η 49η Διάσκεψη του Μονάχου το περασμένο Σαββατοκύριακο έβγαλε πολύ περισσότερες ειδήσεις, πέρα από το γεγονός ότι, όπως τόνισε ο Αμερικανός υφυπουργός Άμυνας Ashton Carter, οι ίδιες οι ΗΠΑ δεν ανταποκρίνονται στις δικές τους παροτρύνσεις προς τους συμμάχους, μετά την περικοπή 487 δισ. δολαρίων στις στρατιωτικές δαπάνες για την δεκαετία που ξεκινά από το δημοσιονομικό έτος 2012.

Η εποχή που οι Αμερικανοί διακήρυσσαν, δια στόματος John Kennedy ότι είναι έτοιμοι “να πληρώσουν κάθε τίμημα και να αναλάβουν κάθε βάρος” για την υπεράσπιση της υπόθεσης της ελευθερίας στον κόσμο φαντάζει μακρινή.

Αντίθετα, η σφιχτοδεμένη ομάδα που συναποτελούν ο αντιπρόεδρος Biden, ο νέος υπουργός Εξωτερικών John Jerry και ο υπό έγκριση υπουργός Άμυνας Chuck Hagel (άπαντες παλαιοί γνώριμοι από τα έδρανα της Γερουσίας) σηματοδοτεί μιαν αποφασιστική στροφή προς τη γραμμή του “ρεαλισμού” κατά τη δεύτερη προεδρική θητεία του Barack Obama.

Εξ ού και η Διάσκεψη του Μονάχου αναδείχθηκε σε πεδίο αναζήτησης πολυεπίπεδων συμβιβασμών, με χαρακτηριστικότερη τη δήλωση του ίδιοιο του Biden ότι η Ουάσιγκτον είναι έτοιμη για έναν “σοβαρό” διμερή διάλογο με την Τεχεράνη. Ο επίσης παριστάμενος στο Μόναχο υπουργός Εξωτερικών του Ιράν Ali Akbar Salehi έκανε λόγο για “καλοδεχούμενη κίνηση”, αρκεί“ αυτή τη φορά η άλλη πλευρά να έχει αυθεντική επιθυμία επίλυσης” του ζητήματος του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος.
Οι δυσκολίες που παραμονεύουν στο εγχείρημα εκτόνωσης της υπ΄ αριθμόν ένα πιθανής εστίας ανάφλεξης δεν περιορίζονται μόνο στην καχυποψία που έχει οικοδομηθεί εκατέρωθεν εδώ και τουλάχιστον δέκα χρόνια -όταν αντίστοιχες προτάσεις της Τεχεράνης απορρίφθηκαν από τον τότε αντιπρόεδρο των ΗΠΑ Dick Cheney στη μέθη της πτώσης της Βαγδάτης.

Αφορούν την ίδια τη δυαδική φύση της πυρηνικής τεχνολογίας, καθώς το Ιράν δεν συζητά το ενδεχόμενο να απεμπολήσει το δικαίωμά του, κατοχυρωμένο από τη Συνθήκη Μη Διάδοσης των Πυρηνικών, στον εμπλουτισμό ουρανίου (διαθέτει πλέον τον έλεγχο του πλήρους κύκλου του πυρηνικού καυσίμου). Συζητά ωστόσο τον αυτοπεριορισμό του σε εμπλουτισμό κατά 20% με ενδεχόμενη επανενεργοποίηση και του Πρόσθετου Πρωτοκόλλου των επιθετικών επιθεωρήσεων από τη Διεθνή Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας.

Η Ουάσιγκτον, πάλι, μοιάζει “αυτοπαγιδευμένη”, όχι μόνο στις ποικίλες “δουλείες” της προς το Ισραήλ και τους Ευρωπαίους συμμάχους (οι οποίοι εκφράζουν τη σκληρή γραμμή της απαίτησης πλήρους τερματισμού του ιρανικού εμπλουτισμού ουρανίου) αλλά και στην ακαμψία του Κογκρέσου, από το οποίο δύσκολα θα εγκρίνονταν, ελλείψει “αλλαγής καθεστώτος” στην Τεχεράνη, το κυριότερο αντάλλαγμα που αναμένει το Ιράν, ήτοι η άρση των εναντίον του κυρώσεων.

Ωστόσο, το γεγονός ότι η επόμενη συνάντηση της ιρανικής αντιπροσωπείας με την ομάδα “5+1” (μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ συν Γερμανία) ορίσθηκε για τις 25 Φεβρουαρίου στο Καζαχστάν (λίγες ημέρες πριν από τη συνάντηση στην Τεχεράνη στις αρχές Μαρτίου των υπουργών Οικονομικών των χωρών της Κασπίας)υπαινικτικά παραπέμπει στο ξεμπλοκάρισμα της πρόσβασης στην Κεντρική Ασία και συνολικά στην ενεργειακή συνεργασία ως το “κλειδί” της όποιας νέας συνεννόησης στην περιοχή. Η πραγματική απάντηση δεν μπορεί να δοθεί παρά μόνο μετά τις εκλογές του Ιουνίου στο Ιράν.


Πηγή:www.capital.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.