Τετάρτη 25 Απριλίου 2012

Οι οικονομικές «νάρκες» είναι διάσπαρτες παντού!



Της Ζέζας Ζήκου
Οταν οι λαοί φοβούνται -και μεταξύ αυτών οι Ελληνες, οι οποίοι με τρόμο βλέπουν πως η κρατική χρεοκοπία διαλύει με ισχυρούς ρυθμούς την ελληνική οικονομία- τότε, για να περιγράψουμε την κατάσταση, πρέπει να παραφράσουμε τον Μαρξ: Ενα φάντασμα πλανιέται πάνω στην περιφέρεια της Ευρωζώνης - το φάντασμα των οικονομικών δεινών. Οντως, η κρίση χρεών «υποθηκεύει» στην κυριολεξία την οικονομική ανεξαρτησία των πάντων. Μια χώρα που έχει 365 δισ. ευρώ χρέος, ελλειμματικό προϋπολογισμό και συγχρόνως τεράστιο έλλειμμα εξωτερικών συναλλαγών, δεν σώζεται με αυτές τις πολιτικές που αρθρώνουν τα κόμματα. Το μεγάλο «κούρεμα» των «τοξικών» ομολόγων μας ισοδυναμεί με επίσημη πτώχευση.
Η κατάσταση έχει επιδεινωθεί δραματικά στο καταχρεωμένο ελληνικό κράτος και στις ρημαγμένες τράπεζες, που εμφανίζουν εικόνα και προοπτικές απόλυτης καταστροφής. Εξανεμίζονται ραγδαία οι κεφαλαιοποιήσεις και αναμένεται το μοιραίο των κρατικοποιήσεων. Το μεγάλο «κούρεμα» προκαλεί τη δραματική απαξίωση των τραπεζών, που έχουν υποστεί νέες τεράστιες απώλειες κεφαλαίων, οδηγούμενες σε αναγκαστική κρατικοποίηση ή σε άνευ όρων «εκποίηση» - αν βρεθούν ξένοι αγοραστές.
Για να σωθεί η χώρα, πρέπει να μειωθεί το έλλειμμα εξωτερικών συναλλαγών και να περάσει σε πλεόνασμα. Οταν έχεις έλλειμμα, δεν μπορείς να μειώσεις το χρέος. Αντίθετα, καλύπτεις το έλλειμμα με νέο χρέος. Για να κερδίσεις πρέπει να βγάλεις πλεόνασμα. Από πού; Από τις συναλλαγές σου με το εξωτερικό. Και για να βγάλεις πλεόνασμα πρέπει να πουλάς προϊόντα και υπηρεσίες στους ξένους και να σου δίνουν χρήμα. Στην Ελλάδα συμβαίνει το αντίθετο. Αγοράζουμε προϊόντα και υπηρεσίες και δίνουμε στους ξένους χρήμα. Αρα θα είμαστε διαρκώς χαμένοι.
Από το 1980 ώς το 2010 -τα τελευταία 30 χρόνια δηλαδή- η Ελλάδα εισέπραξε 60 δισ. ευρώ με τις επιδοτήσεις. Αυτή είναι η μία πηγή του πλούτου μας. Η άλλη είναι το χρέος. Το 1980, το δημόσιο χρέος μας ήταν χαμηλότερο από τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Στα 30 χρόνια, όμως, που ακολούθησαν, δανειστήκαμε συνολικά περί τα 360 δισ. ευρώ! Αν προσθέσουμε, λοιπόν, τα 60 δισ. ευρώ επιδοτήσεις και τα 300 δισ. ευρώ χρέος βρίσκουμε ότι εισέρρευσε χρήμα 360 δισ. ευρώ. Αυτό το χρήμα είναι που δημιούργησε τον υψηλό ρυθμό ανάπτυξης. Αυτά τα 360 δισ. ευρώ είναι το μέγεθος της πλαστής ευημερίας της ελληνικής οικονομίας.
Μετά τριάντα χρόνια υπερχρέωσης, λοιπόν, φθάσαμε στη στιγμή της αλήθειας, στην ώρα τού «όλα εδώ πληρώνονται». Για τα ληστρικά μέτρα που μας ανάγκασαν οι δανειστές μας να πάρουμε, θα πλακωνόμαστε στη Βουλή, στα καφενεία και στα τηλεπαράθυρα για το ποιος φταίει, για το ποιον θα στείλουμε ή δεν θα στείλουμε στη φυλακή και θα τρώμε τις σάρκες μας, διότι δεν θα υπάρχουν χρήματα για να φάμε τίποτε άλλο. Μέχρις ότου, εξαιτίας της έλλειψης χρήματος, δουλειών και προοπτικής, και αφού φύγουν οι μισοί Ελληνες ως μετανάστες για να βρουν δουλειές στο εξωτερικό, γίνουμε επιτέλους πιο ανταγωνιστικοί και αρχίσουμε να πουλάμε στους ξένους υπηρεσίες και προϊόντα για να εισπράξουμε χρήμα, που θα πρέπει να δίνουμε πίσω στους δανειστές μας!
Η επιδείνωση είναι ραγδαία πλέον. Ηδη περίπου στα δύο τρίτα του μέσου όρου για την Ευρωζώνη διαμορφώθηκε το 2010 το μέσο ωριαίο κόστος εργασίας στην Ελλάδα (μισθολογικό και μη μισθολογικό κόστος), σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat. Στην Ελλάδα, το μέγεθος βρισκόταν το 2010 στα 17,5 ευρώ, έναντι μέσου όρου για την Ευρωζώνη στα 26,9 ευρώ (δεν υπάρχουν ελληνικά στοιχεία για το 2011). Στον πίνακα κατάταξης των 27 χωρών-μελών της Ε.Ε., με βάση το ωριαίο κόστος εργασίας, αμέσως πάνω από την Ελλάδα κατατάσσονταν η Μ. Βρετανία (20 ευρώ) και η Ισπανία (20,2 ευρώ) και χαμηλότερα η Κύπρος (16,2 ευρώ), η Σλοβενία (14,1 ευρώ) και η Πορτογαλία (12 ευρώ). Σε ό,τι αφορά το 2011, για το οποίο δεν υπάρχουν στοιχεία για Ελλάδα και Ρουμανία, το ωριαίο κόστος εργασίας στην Ε.Ε. κυμάνθηκε από 3,5 ευρώ στη Βουλγαρία έως 39,3 ευρώ στο Βέλγιο. Το 2011, το υψηλότερο ωριαίο κόστος εργασίας στην Ε.Ε., μετά το Βέλγιο (39,3 ευρώ), καταγράφηκε στη Σουηδία (39,1 ευρώ), στη Δανία (38,6 ευρώ), στη Γαλλία (34,2 ευρώ), στο Λουξεμβούργο (33, 7 ευρώ), στην Ολλανδία (31,1 ευρώ) και τη Γερμανία (30,1 ευρώ), ενώ τα χαμηλότερα διαμορφώθηκαν στη Βουλγαρία (3,5 ευρώ), στη Ρουμανία (4,2 ευρώ), στη Λιθουανία (5,5 ευρώ), στη Λεττονία (5,9 ευρώ), στην Πολωνία (7,1 ευρώ) και στην Ουγγαρία (7,6 ευρώ).


http://www.kathimerini.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.