Τρίτη 10 Ιανουαρίου 2012

Τέσσερις μαχαιριές στους ‘’αδιάφορους’’ και 2+1 σχόλια


boston.com
Σε πολλούς ιστότοπους, διαφορετικών πολιτικών κατευθύνσεων, ειδικά στις αμπώτιδες της λαϊκής δράσης, συναντάμε ερωτήματα ή/και αναθέματα για την αδιαφορία μικρού ή/και μεγάλου μέρους του κόσμου απέναντι σε μια κοινωνική κατάσταση γεμάτη απειλές.
Η αγωνία των προβληματισμών αυτών υπογραμμίζεται με την επιστράτευση σχετικών αποφθεγμάτων από γραπτά ξεχωριστών ανθρώπων του παρελθόντος.
Τίποτα πιο φυσιολογικό. Πάντα υπήρχαν και θα υπάρχουν αυτοί που πρωτοπορούν στην αντίσταση και στην πραγματοποίηση των κοινωνικών τομών και αυτοί που ακολουθούν ή απλά αδιαφορούν. Τουλάχιστον,  όσο η πολιτική  και κοινωνική πάλη, είναι ακριβώς στοιχεία διαχωρισμού και ειδικής ενασχόλησης και όχι εκφράσεις συλλογικής κοινωνικής δραστηριότητας.
Ας δούμε ορισμένες κορυφαίες μορφές  στηλίτευσης της αδιαφορίας,  με  διαφορές αλλά και κοινά στοιχεία.
‘’Μισώ τους αδιάφορους’’,  Αντόνιο Γκράμσι (1)
«Μισώ τους αδιάφορους. Πιστεύω ότι το να ζεις σημαίνει να εντάσσεσαι κάπου. Όποιος ζει πραγματικά δεν μπορεί να μην είναι πολίτης και ενταγμένος. Η αδιαφορία είναι αβουλία, είναι παρασιτισμός, είναι δειλία, δεν είναι ζωή. Γι’ αυτό μισώ τους αδιάφορους.
Η αδιαφορία είναι το νεκρό βάρος της ιστορίας. Η αδιαφορία δρα δυνατά πάνω στην ιστορία. Δρα παθητικά, αλλά δρα. Είναι η μοιρολατρία. Είναι αυτό που δεν μπορείς να υπολογίσεις. Είναι αυτό που διαταράσσει τα προγράμματα, που ανατρέπει τα  σχέδια που έχουν κατασκευαστεί με τον καλύτερο τρόπο. Είναι η κτηνώδης ύλη που πνίγει την ευφυΐα. Αυτό που συμβαίνει, το κακό που πέφτει πάνω σε όλους, συμβαίνει γιατί η μάζα των ανθρώπων απαρνείται τη βούλησή της, αφήνει να εκδίδονται νόμοι που μόνο η εξέγερση θα μπορέσει να καταργήσει, αφήνει να ανέβουν στην εξουσία άνθρωποι που μόνο μια ανταρσία θα μπορέσει να ανατρέψει. Μέσα στη σκόπιμη απουσία και στην αδιαφορία λίγα χέρια, που δεν επιτηρούνται από κανέναν έλεγχο, υφαίνουν τον ιστό της συλλογικής ζωής, και η μάζα είναι σε άγνοια, γιατί δεν ανησυχεί. Φαίνεται λοιπόν σαν η μοίρα να συμπαρασύρει τους πάντες και τα πάντα, φαίνεται σαν η ιστορία να μην είναι τίποτε άλλο από ένα τεράστιο φυσικό φαινόμενο, μια έκρηξη ηφαιστείου, ένας σεισμός όπου όλοι είναι θύματα, αυτοί που τον θέλησαν κι αυτοί που δεν τον θέλησαν, αυτοί που γνώριζαν κι αυτοί που δεν γνώριζαν, αυτοί που ήταν δραστήριοι κι αυτοί που αδιαφορούσαν. Κάποιοι κλαψουρίζουν αξιοθρήνητα, άλλοι βλαστημάνε χυδαία, αλλά κανείς ή λίγοι αναρωτιούνται: αν είχα κάνει κι εγώ το χρέος μου, αν είχα προσπαθήσει να επιβάλλω τη βούλησή μου, θα συνέβαινε αυτό που συνέβη;
Μισώ τους αδιάφορους και γι’ αυτό: γιατί με ενοχλεί το κλαψούρισμά τους, κλαψούρισμα αιωνίων αθώων. Ζητώ να μου δώσει λογαριασμό ο καθένας απ’ αυτούς με ποιον τρόπο έφερε σε πέρας το καθήκον που του έθεσε και του θέτει καθημερινά η ζωή, γι’ αυτό που έκανε και ειδικά γι’ αυτό που δεν έκανε. Και νιώθω ότι μπορώ να είμαι αδυσώπητος, ότι δεν μπορώ να χαλαλίσω τον οίκτο μου, ότι δεν μπορώ να μοιραστώ μαζί τους τα δάκρυά μου.
Είμαι ενταγμένος, ζω, νιώθω ότι στις συνειδήσεις του χώρου μου ήδη πάλλεται η δραστηριότητα της μελλοντικής πόλης, που ο χώρος μου χτίζει. Και μέσα σ’ αυτήν την πόλη η κοινωνική αλυσίδα δεν βαραίνει τους λίγους, μέσα σ’ αυτήν κάθε συμβάν δεν οφείλεται στην τύχη, στη μοίρα, μα είναι ευφυές έργο των πολιτών. Δεν υπάρχει μέσα σ’ αυτήν κανείς που να στέκεται να κοιτάζει από το παράθυρο ενώ οι λίγοι θυσιάζονται, κόβουν τις φλέβες τους. Ζω, είμαι ενταγμένος. Γι’ αυτό μισώ αυτούς που δεν συμμετέχουν, μισώ τους αδιάφορους».
(1)Ο Αντόνιο Γκράμσι (1891-1937) ήταν Ιταλός συγγραφέας, πολιτικός επιστήμονας και γενικός γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος Ιταλίας. Το κείμενο γράφηκε το 1917.
‘’Άκου ανθρωπάκο’’, Βίλχελμ Ράϊχ (2)
«Δε σʼαγαπούν ανθρωπάκο, σε περιφρονούν, επειδή περιφρονείς τον εαυτό του. Σε ξέρουν απʼ έξω κι ανακατωτά. Γνωρίζουν τις χειρότερες αδυναμίες σου, όπως θα έπρεπε να τις γνωρίζεις εσύ. Σε θυσίασαν σʼ ένα σύμβολο κι εσύ τους έδωσες τη δύναμη να σʼ εξουσιάζουν. Εσύ ο ίδιος τους αναγόρευσες αφεντικά σου και συνεχίζεις να τους στηρίζεις, παρόλο που πέταξαν τις μάσκες τους. Στο είπαν κατάμουτρα: «Είσαι και θα είσαι πάντα κατώτερος, ανίκανος να αναλάβεις την παραμικρή ευθύνη». Κι εσύ τους αποκαλείς καθοδηγητές και σωτήρες και φωνάζεις «ζήτω, ζήτω»» ……»Σε φοβάμαι, ανθρωπάκο. Σε τρέμω, επειδή από σένα εξαρτάται το μέλλον της ανθρωπότητας. Σε φοβάμαι επειδή το κυριότερο μέλημα σου στη ζωή είναι να δραπετεύεις από τον εαυτό σου. Είσαι άρρωστος, ανθρωπάκο, άρρωστος βαριά. Δε φταις εσύ γιʼ αυτό, μα έχεις υποχρέωση να γιατρευτείς. Θα ʽχες από καιρό αποτινάξει τα δεσμά σου, αν δεν ενθάρρυνες ο ίδιος την καταπίεση και δεν τη στήριζες άμεσα με τις πράξεις σου»….
…..»Θα σου πω γιατί γελούν μαζί σου, ανθρωπάκο: επειδή σε παίρνω στα σοβαρά, πολύ στα σοβαρά. To σκεπτικό σου πάντα χάνει την ουσία. Μου θυμίζεις δεινό σκοπευτή που σκόπιμα χάνει το κέντρο του στόχου, από καπρίτσιο.
Διαφωνείς; Θα σου το αποδείξω. Αν η σκέψη σου επικεντρωνόταν στην ουσία, θα ‘χες γίνει κύριος της ζωής σου από καιρό.
Θα σου δώσω ένα παράδειγμα της σκέψης σου:
«Για όλα φταίνε οι Εβραίοι», λες.
«Τι είναι ο Εβραίος;» σε ρωτώ.
«Κάποιος που στις φλέβες του κυλάει εβραϊκό αίμα», απαντάς.
«Και πώς ξεχωρίζεις το εβραϊκό αίμα από το αίμα των άλλων;» Η ερώτηση σου προκαλεί σύγχυση. Μπερδεύεσαι, κομπιάζεις.
Ύστερα λες, «Εννοούσα ότι ανήκει στην εβραϊκή φυλή».
«Τι είναι η φυλή;» σε ρωτώ.
«Η φυλή; Αυτό είναι προφανές. Όπως υπάρχει γερμανική φυλή, έτσι υπάρχει κι εβραϊκή».
«Και ποια είναι τα χαρακτηριστικά της εβραϊκής φυλής;»
«Ο Εβραίος έχει μαύρα μαλλιά, μακριά, γαμψή μύτη και δια-περαστικό βλέμμα. Οι Εβραίοι είναι άπληστοι και κεφαλαιοκράτες».
«Αν δεις ένα Γάλλο της Μεσογείου ή έναν Ιταλό δίπλα σ’ έναν Εβραίο, θα τον ξεχωρίσεις;»
«Ε, όχι, για να είμαι ειλικρινής…»
«Τότε, λοιπόν, τι είναι ο Εβραίος; To αίμα του δε διαφέρει από το αίμα των άλλων. Η εμφάνισή του δε διαφέρει από εκείνη ενός Γάλλου ή ενός Ιταλού. Και μια και το ‘φερε η συζήτηση, έχεις δει Γερμανοεβραίους;»
«Μοιάζουν με τους Γερμανούς».
«Τι είναι ο Γερμανός;»
«Ο Γερμανός ανήκει σιη βόρεια φυλή των Αρίων».
«Οι Ινδοί είναι Άριοι;»
«Ναι».
«Είναι βόρειοι;»
«Όχι».
«Είναι ξανθοί;»
«Όχι».
«Βλέπεις; Δεν ξέρεις καν ποιος είναι ο Εβραίος και τι ο Γερμανός».
«Μα, υπάρχουν Εβραίοι!»
«Ασφαλώς και υπάρχουν. Όπως υπάρχουν Χριστιανοί και Μωαμεθανοί».
«Σωστά! Να, αυτό εννοούσα, την εβραϊκή θρησκεία».
«Ήταν Ολλανδός ο Ρούσβελτ;»
«Όχι».
«Και γιατί ονομάζεις τον Εβραίο απόγονο του Δαβίδ κι όχι τον Ρούσβελτ Ολλανδό;» «Με τον Εβραίο είναι διαφορετικό».
«Σε τι διαφέρει;»
«Δεν ξέρω».
Τέτοιες κουταμάρες λες, ανθρωπάκο.
Και με τέτοιες κουταμάρες, συγκροτείς ένοπλες συμμορίες που σκοτώνουν δέκα εκατομμύρια ανθρώπους επειδή είναι Εβραίοι κι ας μην ξέρεις να μου πεις τι είναι ο Εβραίος.
Να γιατί γελάνε μαζί σου. Να γιατί όποιος θέλει να κάνει κάτι σοβαρό σε αποφεύγει. Να γιατί είσαι χωμένος στο βούρκο μέχρι το λαιμό. Όταν αποκαλείς κάποιον «Εβραίο», αισθάνεσαι ανώτερος.
Αισθάνεσαι ανώτερος, επειδή νιώθεις κατώτερος. Νιώθεις κατώτερος, επειδή εκείνο που θέλεις να εξοντώσεις στους ανθρώπους που αποκαλείς Εβραίους, είναι ο ίδιος σου ο εαυτός. Και τούτο είναι απλά ένα δείγμα του τι είσαι στ’ αλήθεια, ανθρωπάκο. Όταν αποκαλείς κάποιον περιφρονητικά «Εβραίο», η αίσθηση της μηδαμινότητάς σου ξαλαφρώνει. Αυτό το ανακάλυψα μόλις πρόσφατα. Αποκαλείς Εβραίο όποιον σου εμπνέει είτε υπερβολικό, είτε ελάχιστο σεβασμό. Σαν να ‘σαι αντιπρόσωπος κάποιας ανώτερης δύναμης επί της γης, ανέλαβες να αποφασίζεις ποιος είναι και ποιος δεν είναι Εβραίος. Αμφισβητώ το δικαίωμά σου να το κρίνεις αυτό, είτε είσαι τιποτένιος Άριος, είτε τιποτένιος Εβραίος. Μόνο εγώ έχω το δικαίωμα να πω τι είμαι. Είμαι βιολογικός και πολιτισμικός μιγάς κι είμαι περήφανος γι’ αυτό. ούτε σωβινιστής όπως εσύ, ασήμαντε φασίστα, όποια κι αν είναι η εθνικότητά σου, η φυλή και η τάξη σου.»….
…….»Όταν ζεις για μακρύ διάστημα στο βάθος μιας σκοτεινής σπηλιάς
θα σιχαθείς το φως του ήλιου. Και το πιθανότερο είναι ότι τελικά
τα μάτια σου θα χάσουν τη δύναμη αν αντέχουν.
Να γιατί καταλήγουμε να μισούμε το φως του ήλιου.»…
(2) Ο Βίλχελμ Ράιχ (1897 – 1957) ήταν Αυστριακός ψυχίατροςψυχαναλυτής και ερευνητής. Υπήρξε ένας από τους πλέον αμφιλεγόμενους διανοητές της σύγχρονης εποχής. Πέθανε στιγματισμένος και περιθωριοποιημένος στη φυλακή. Το βιβλίο ‘’άκου ανθρωπάκο’’, γράφηκε το 1948
Και δύο καλά σχετικά βιντεάκια
‘’Για τον παροιμιώδη μέσο ανθρωπάκο’’, Wolf Birman(3)
Τους έχω βαρεθεί!Τις κρύες γυναίκες που με χαϊδεύουν,
τους ψευτοφίλους που με κολακεύουν,
που απ’ τους άλλους θεν παλικαριά
κι οι ίδιοι όλο λερώνουν τα βρακιά,
σ’ αυτήν την πόλη που στα δυο έχει σκιστεί,
τους έχω βαρεθεί.
Και πέστε μου αξίζει μια πεντάρα,
των γραφειοκρατών η φάρα,
στήνει με ζήλο περισσό,
στο σβέρκο του λαού χορό,
στης ιστορίας τον χοντρό το κινητή,
την έχω βαρεθεί.
Και τι θα χάναμε χωρίς αυτούς όλους,
τους Ευρωπαίους, τους προφεσόρους,
που καλύτερα θα ξέρανε πολλά,
αν δεν γεμίζαν ολοένα την κοιλιά,
υπαλληλίσκοι φοβητσιάρηδες, δούλοι παχιοί,
τους έχω βαρεθεί.
Κι οι δάσκαλοι της νεολαίας νταντάδες,
κόβουν στα μέτρα τους τους μαθητάδες,
κάθε σημαίας πλαισιώνουν τους ιστούς,
με ιδεώδεις υποτακτικούς,
που είναι στο μυαλό νωθροί,
μα υπακοή έχουν περισσή,
τους έχω βαρεθεί.
Κι ο παροιμιώδης μέσος ανθρωπάκος,
κέρδος ποτέ μα από παθήματα χορτάτος,
που συνηθίζει στην κάθε βρωμιά,
αρκεί να έχει γεμάτο τον ντορβά
κι επαναστάσεις στ’ όνειρά του αναζητεί,
τον έχω βαρεθεί.
Κι οι ποιητές με χέρι υγρό,
υμνούνε της πατρίδας τον χαμό,
κάνουν με θέρμη τα στοιχειά στιχάκια,
με τους σοφούς του κράτους τα ‘χουνε πλακάκια,
σαν χέλια γλοιώδικα έχουν πουληθεί,
τους έχω βαρεθεί.
(3) Γερμανός συνθέτης και τραγουδιστής. Γεννήθηκε το 1936  στο Αμβούργο της Γερμανίας. Γνωστός ως υποστηρικτής του σοσιαλισμού μέσα στην αντικομουνιστική μεταπολεμική Δυτική Γερμανία, μετακινήθηκε στην Ανατολική Γερμανία, για να μετατραπεί στη συνέχεια σε πολέμιο του καθεστώτος της.
Στον παρακάτω σύνδεσμο το ποίημα μελοποιημένο,  με  τη φωνή της  Μαρίας Δημητριάδη  σε μουσική του  Θάνου Μικρούτσικου.
http://www.youtube.com/watch?v=VVjRyxjTaHM&feature=player_embedded#!
» Από τους θεατές περιμένουμε τουλάχιστον να ντρέπονται.»,  Μπ. Μπρεχτ(3)Όταν αυτοί που αγωνίζονται ενάντια στο Άδικο
Δείχνουν τα πληγωμένα τους πρόσωπα
Είναι η ανυπομονησία εκείνων που ήταν ασφαλείς,
Μεγάλη.
Γιατί παραπονιέστε, ρωτάνε
Παλέψατε το Άδικο! Τώρα
Αυτό σας νίκησε: σωπάστε λοιπόν!
Όποιος αγωνίζεται, λένε, πρέπει να ξέρει να χάνει
Όποιος ψάχνει τον καυγά, μπαίνει σε κίνδυνο
Όποιος συμπεριφέρεται βίαια
Δεν μπορεί να κατηγορεί τη βία.
Αχ, φίλοι, που είστε ασφαλείς
Γιατί τόσο εχθρικοί; Εμείς είμαστε,
Οι εχθροί σας, που είμαστε οι εχθροί του Άδικου;
Αν οι αγωνιστές ενάντια στο Άδικο νικηθούν
Το Άδικο πράγματι δεν έχει δίκαιο!
Οι ήττες μας δεν αποδεικνύουν
Τίποτα παραπάνω από το ότι
Είμαστε λίγοι
Αυτοί που παλεύουν ενάντια στο Κακό
Και από τους θεατές περιμένουμε
Τουλάχιστον να ντρέπονται.
Η αγωνία (και συχνά η μοναξιά)
Δεν είναι δύσκολο να ξεχωρίσει κανείς το κοινό στοιχείο. Η αγωνία όσων αγωνίζονται να αφυπνίσουν τη μάζα των υπολοίπων.
‘’Η αδιαφορία είναι το νεκρό βάρος της ιστορίας. Η αδιαφορία δρα δυνατά πάνω στην ιστορία. Δρα παθητικά, αλλά δρα’’, προειδοποιεί για τους κινδύνους της ο Γκράμσι.
«Σε φοβάμαι, ανθρωπάκο. Σε τρέμω, επειδή από σένα εξαρτάται το μέλλον της ανθρωπότητας’’, φωνάζει με τη σειρά του ο Ράϊχ.
Ο Μπίρμαν θα συμπληρώσει με πίκρα για τον ‘’παροιμιώδη μέσο ανθρωπάκο’’,
πως  ‘’συνηθίζει στην κάθε βρωμιά, αρκεί να έχει γεμάτο τον ντορβά’’.
Όσο για τον Μπρέχτ, θα αντιδράσει στην ήττα  με επαναστατικό πείσμα, δηλώνοντας ‘’Είμαστε λίγοι αυτοί που παλεύουν ενάντια στο κακό και από τους θεατές περιμένουμε τουλάχιστον να ντρέπονται’’.
Αλλά υπάρχει και κάτι άλλο κοινό στους τέσσερις διανοητές. Όλοι τους ήταν κομμουνιστές ή πρώην κομμουνιστές, ανεξάρτητα τι  πρόσφεραν, τι κατάφεραν ή πως κατάντησαν. Προσπάθησαν ωστόσο να θέσουν την ζωή τους στην διάθεση των ‘’άλλων’’ και να μην την καταναλώσουν απλά.
Δύο σχόλια για τους πρωτοπόρους
Η ωραιοποίηση της εργατικής τάξης και η φετιχοποίηση του ‘’ιστορικού’’ της ρόλου, είναι συχνό φαινόμενο σε πολλούς αγωνιστές του κομμουνιστικού και ευρύτερου αριστερού κινήματος, όλων σχεδόν των παραλλαγών. Η επαναστατική αισιοδοξία συναντάται με την θρησκευτική πίστη σε ένα σχεδόν ‘’άγιο λαό’’, που αποτελεί τον νεκροθάφτη του καπιταλισμού και της αδικίας και που αργά ή γρήγορα θα βρει το δρόμο του. Η  ριζοσπαστικοποίηση θεωρείται σχεδόν βέβαιη, συχνά ως μηχανιστικό αποτέλεσμα της έντασης της καταπίεσης και της εκμετάλλευσης, με την απαραίτητη βοήθεια της προπαγάνδας αφύπνισης. Αυτή όμως η αφύπνιση, δεν επισημαίνει τις ευθύνες και το ρόλο του δυνητικού υποκειμένου της ανατροπής, απλά το αποθεώνει και το κολακεύει.
Υπάρχει όμως και το αντιδιαμετρικό σημείο αυτής της αντιδιαλεκτικής προσέγγισης. Όταν η αφύπνιση δεν πετυχαίνει το σκοπό της και ο ‘’γίγαντας λαός’’ δεν εξεγείρεται περήφανος και θαρραλέος, οι πραγματικοί ή κατά φαντασία πρωτοπόροι, μετατρέπονται σε σφοδρούς και βίαιους επικριτές του. Από το μετριοπαθές ‘’μα πρόκειται για αδιάφορους!’’, έως το αλαζονικό ‘’μα δε μας καταλαβαίνουν επιτέλους;’’
Η μετακίνηση από το ένα σημείο στο άλλο δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολη και η πιθανότητα μιας τραγικής κατάληξης είναι ισχυρή. Μόλις κλείσει αυτή η διαδρομή,  τα όρια ανάμεσα στον ‘’απογοητευμένο πρώην αριστερό’’ και τον ‘’αδίστακτο και με υπερβάλλοντα ζήλο γενίτσαρο’’ που μισεί πλέον ότι ύμνησε, δεν είναι πάντα σαφή. Ας κοιτάξουμε γύρω μας και θα βρούμε πολλές θλιβερές επιβεβαιώσεις…
Ένα σχόλιο για τους ‘’άλλους’’, για τους ‘’πολλούς’’
Στη διαδρομή αυτή είναι πανταχού παρόντες και οι ‘’άλλοι’’, οι ‘’πολλοί’’. Στηλιτεύουν και αυτοί πολύ δυνατά την ‘’αδιαφορία’’ των …υπολοίπων. Πληρώνουν έτσι την αφύπνιση που επιχειρεί ο ‘’πρωτοπόρος’’,  με το ίδιο νόμισμα: Κολακεύουν τα δικά του αυτιά, λέγοντας του πονηρά ‘’καλά τα λες, αλλά δε σε καταλαβαίνουν’’.  Οι άλλοι, όχι αυτός… Και έτσι ελπίζουν, να εξασφαλίσουν το δικό τους  άλλοθι, να αποφύγουν τα βαθιά και κρίσιμα ερωτήματα που τίθενται προς τον εαυτό τους, τη συνείδησή τους. Να αποφύγουν να πάρουν θέση απέναντι στον ίδιο τους τον εαυτό και τη ζωή τους.
Ικανοί και για το καλύτερο και για το χειρότερο
Θα φανεί ίσως υπερφίαλο να επιχειρηθούν απαντήσεις σε τόσο δύσκολα θέματα που λύγισαν, πίκραναν, κούρασαν και τους πιο πρωτοπόρους.
Ίσως και να φανούν κοινοτυπίες τα παρακάτω. Πρέπει να  διανύσουμε όμως την παραπάνω διαδρομή αντίστροφα:  από την ‘’περιφρόνηση’’ του λαού προς την ‘’αποθέωση’’ του. Για να τα απορρίψουμε και τα δύο, από τη σκοπιά της διαλεκτικής.
Αν δεν αγαπήσεις ένα λαό, με τις αντιφάσεις του, τις αμαρτίες  και τις αδυναμίες του, καλύτερα να μη μιλήσεις στο όνομα του.
Αν τον δεις αλαζονικά, απέξω και αφ’ υψηλού, ως ελευθερωτής ‘’με άστρο’’,  άστο καλύτερα….
Αν δεν καταδεχτείς να μπουσουλήσεις μαζί του, ξέχνα τις κουβέντες για επαναστατικά άλματα.
Η αριστερά, σάρκα από τη σάρκα των ανθρώπων της εργασίας, διεκδικεί να περπατήσει μαζί τους, να συμβάλλει  στην αναζήτηση και το χάραγμα του δρόμου για τη νέα κοινωνία.
Ο κόσμος της εργασίας θα ελευθερωθεί ό ίδιος. Οι πρωτοπόροι θα κριθούν και θα κερδίσουν το σεβασμό, αν είναι οι καλύτεροι μαχητές αυτού του αγώνα. Δεν είναι οι ίδιοι απελευθερωτές…
Δεν αποτελεί ένδειξη καμίας εμπιστοσύνης στους εργαζόμενους η κολακεία.  Ούτε   ο φόβος να συγκρουστούμε, δημιουργικά αλλά και με δεινότητα,  με τις προλήψεις, την αμάθεια, τη φοβία, τις ταλαντεύσεις. Ο Γκράμσι, ίσως είναι πολύ δηκτικός, αλλά τιμάει πραγματικά την εργατική τάξη και την επαναστατική της δυνατότητα,  όταν δηλώνει: ‘’Ζητώ να μου δώσει λογαριασμό ο καθένας απ’ αυτούς με ποιον τρόπο έφερε σε πέρας το καθήκον που του έθεσε και του θέτει καθημερινά η ζωή, γι’ αυτό που έκανε και ειδικά γι’ αυτό που δεν έκανε. Και νιώθω ότι μπορώ να είμαι αδυσώπητος…’’
Η εργασία στον καπιταλισμό δεν νοείται έξω από τη σχέση της με το κεφάλαιο.
Οι τάσεις χειραφέτησης και ενσωμάτωσης της πολυσύνθετης σύγχρονης εργατικής τάξης συνυφαίνονται, αλληλοσυμπληρώνονται και αλληλοαποκλείονται.
Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο η δυνατότητα για το καλύτερο και το χειρότερο συνυπάρχουν.
Όταν λέμε ότι το μέλλον ανήκει στον κόσμο της εργασίας
Όταν πιστεύουμε ότι η χειραφέτηση θα νικήσει την εκμετάλλευση….
Όταν ελπίζουμε και παλεύουμε για το καλύτερο….
Πρέπει να το αντιλαμβανόμαστε, με πολιτικό, διαλεκτικό τρόπο.
Η ουσία της επαναστατικής πολιτικής δεν προκύπτει από ένα ιδιότυπο επαναστατικό κοινωνικό αυτοματισμό, ούτε   είναι αποτέλεσμα τυχαίων αυθόρμητων γεγονότων σε μια άναρχη κίνηση.
Είναι η συνειδητή, αλλά και κοινωνικά και ταξικά  προσδιορισμένη στο χώρο και στον χρόνο, προσπάθεια για να αποκτήσουν ιστορικό προβάδισμα οι προοδευτικοί πόλοι των αντιθέσεων. Η δημιουργική χειραφετημένη εργασία σε ένα περιβάλλον δημόσιας κοινωνικής προσφοράς και ελευθερίας, απέναντι στην υποταγή, την χειραγώγηση, την εκμετάλλευση και την ατομική ιδιοποίηση.
Συνίσταται στην  ανάδειξη της  αντικειμενικής δυνατότητας που αναβλύζει από  όλους τους πόρους του άδικου κόσμου, αλλά και τη δυναμική της εργασίας και της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων γενικά.
Στην τεκμηρίωση, ισχυροποίηση της προοπτικής για ένα άλλο κόσμο δικαιοσύνης, ισότητας και ελευθερίας, που  αποτελεί σταθερό ή φευγαλέο όνειρο κάθε φτωχού και καταπιεσμένου, με ανατροπή των σημερινών παραγωγικών και κοινωνικών σχέσεων.
Αυτή η δυνατότητα, πραγματώνεται ωστόσο υποκειμενικά,  με ένα  νέο συνδυασμό ενός νέου συνειδητού και ενός νέου αυθόρμητου  κινήματος, στη συγκλονιστική ταξική πολιτική πάλη της εποχής μας.
Με τη συμμετοχή ανθρώπων με σάρκα και οστά, αντρών και γυναικών, με αυτό ή το άλλο μορφωτικό επίπεδο και συνείδηση, με αδυναμίες και χαρίσματα.
Με συνάντηση, τόσων και τόσων διαφορετικών φωνών και θελήσεων.
Με συμβολή των επαναστατικών κομμουνιστικών ή άλλων αγωνιστικών και αντισυστημικών  πρωτοποριών στην πρωτότυπη, μετασχηματισμένη αλλά πάντα πολύχρωμη δράση των ηρωποιημένων  ή λοιδωρημένων ‘’ανθρωπάκων’’.
Ο επαναστάτης κρίνεται πάντα στην αναμέτρηση με τον πραγματικό κόσμο. Και πράγματι αυτός και η συνείδηση του, είναι ο πιο δύσκολος ‘’αντίπαλος’’.
Μήπως δεν το βλέπουμε γύρω μας;
Εύκολα ξιφουλκούν πολλοί  αριστεροί και κομμουνιστές απέναντι στον αντίπαλο. Ακόμη ευκολότερα απέναντι στην διπλανή αριστερή οργάνωση. Φυσικά αψηφούν  τα ΜΑΤ και τα χημικά. Αλλά μπροστά στον πραγματικό κόσμο και τα απλά ερωτήματα είναι απροετοίμαστοι, απαίδευτοι. στριφνοί και άτολμοι.
Εδώ είναι το στοίχημα ωστόσο…. ‘’Ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα’’.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.