Τετάρτη 13 Απριλίου 2011

Μια πολύ κακή νομισματική πολιτική για το τρίο των ναυαγών της Ευρώπης


ecbΕπομένως, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα πράγματι το εννούσε. Επί έναν ολόκληρο μήνα οι αξιωματούχοι της στοχάζονταν μεγαλόφωνα περί πιέσεων στις τιμές, περί κινδύνων για τη σταθερότητα και περί όλων όσων υποδεικνύουν οι κεντρικοί τραπεζίτες – χωρίς κανέναν ιδιαίτερο λόγο, καταλαβαίνετε... – όταν θέλουν πράγματι να προειδοποιήσουν τις αγορές ότι θα αυξήσουν τα επιτόκια. Για κάποιο λόγο που χάνεται στην ιστορία αφήνουν πάντα κάποια περιθώρια αμφιβολίας και αποφεύγουν να δεσμευτούν πλήρως σ’ αυτό που έχουν ήδη αποφασίσει. Αλλά τελικά την Πέμπτη  η ΕΚΤ ανακοίνωσε την αύξηση του βασικού της αναχρηματοδοτικού επιτοκίου κατά 25 μονάδες βάσης.
Σε απόλυτους όρους η αύξηση αυτή είναι πολύ μικρή, αποτελεί όμως το σημάδι μιας κίνησης με ευρύτερη σημασία. Η ΕΚΤ είναι η πρώτη κεντρική τράπεζα του δυτικού κόσμου που προχωρά σε αύξηση επιτοκίων και είναι η πρώτη αύξηση επιτοκίων που πραγματοποιεί μετά την μεγάλη κρίση και την ύφεση του 2008. Η κίνηση της ΕΚΤ προφανώς σημαίνει ότι θεωρεί πως η ευρωπαϊκή οικονομία δεν χρειάζεται πια νομισματική στήριξη. Η Ευρωζώνη δηλαδή ανέκαμψε. Το δυστύχημα, βέβαια για τον πρόεδρο της ΕΚΤ Ζαν Κλοντ Τρισέ και τους εταίρους του στο συμβούλιο είναι ότι ελάχιστες ώρες πριν ο ίδιος ανακοινώσει την αύξηση των ευρωπαϊκών επιτοκίων, η Πορτογαλία προσέφευγε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζητώντας διάσωση.
Η Πορτογαλία ακολουθεί πλέον την Ελλάδα και την Ιρλανδία στο στρατόπεδο των χωρών που έχοντας ως νόμισμά τους το ευρώ καταλήγουν στη  διάσωση προκειμένου να διατηρηθούν φερέγγυες. Και ναι μεν μπορεί η έκκληση της Πορτογαλίας για ευρωπαϊκή συνδρομή να αποτέλεσε πιο μικρή έκπληξη από την ομόφωνη ψήφο εμπιστοσύνης της ΕΚΤ στην ανάκαμψη της ευρωζώνης, όμως η στενή σύνδεση των δύο αυτών γεγονότων στο χρόνο αναδεικνύει και τους κινδύνους που ανέλαβε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Η ευρωπαϊκή περιφέρεια είναι αντιμέτωπη με ισχυρή ύφεση, αύξηση της ανεργίας και τις προοπτικές μιας δρακόντειεας δημοσιονομικής λιτότητας. Κι όλα αυτά έρχονται σαν το ταπεινωτικό κόστος των ευρωπαϊκών διασώσεων. Κανένας οικονομολόγος στον κόσμο δεν θα συνιστούσε νομισματική σύσφιξη σαν θεραπεία για το συνδυασμό τέτοιων προβλημάτων. Κι όμως, αυτή είναι η νομισματική πολιτική για το τρίο των ναυαγισμένων οικονομιών της ευρωπαϊκής περιφέρειας. Είναι αδύνατο να μη νιώσει κανείς κάποια συμπάθεια για τις τρεις χώρες. Οι χώρες αυτές  ποτέ δεν πήραν τα επιτόκια που χρειάζονταν από την κοινή νομισματική πολιτική για όλα τα μέλη του ευρώ που ακολουθούσε τα γερμανικά πρότυπα. Αυτό άλλωστε είναι εμφανές κι από την κατάρρευση της οικονομίας τους. Για τις χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας το χρήμα υπήρξε υπερβολικά φτηνό για αυτές στην καλή συγκυρία με καταστροφικά αποτελέσματα. Σήμερα, σε μια άκρως αρνητική συγκυρία, θα γίνει υπερβολικά ακριβό για αυτές, με αποτέλεσμα να δυσκολέψει ακόμα περισσότερο η ανάκαμψη των οικονομιών τους.
Η άνοδος του ευρωπαϊκού επιτοκίου κατά ένα τέταρτο της μονάδας δεν πρόκειται να διαταράξει την  προσπάθεια για δημοσιονομική σταθεροποίηση των χωρών της Ευρωζώνης. Όμως, η αύξηση του επιτοκίου κατά ένα τέταρτο της μονάδας ως πρώτης σε μια σειρά αλλεπάλληλων αυξήσεων του βασικού ευρωπαϊκού επιτοκίου θα δυσκολέψει πάρα πολύ τη διαδικασία μείωσης του δημοσίου ελλείμματος των υπερχρεωμένων χωρών, που το κόστους εξυπηρέτησης του χρέους τους αντιπροσωπεύει ένα πολύ σημαντικό μερίδιο των δημοσίων δαπανών τους, γράφει ο Γκάρι Τζένκινς, στρατηγικός αναλυτής στην Evolution Securities. Είναι μεγάλο δυστύχημα για την Ελλάδα, την Πορτογαλία και την Ιρλανδία ότι οι οικονομίες τους, ακόμα και προστιθέμενες μεταξύ τους, αντιπροσωπεύουν ένα πολύ μικρό κομμάτι της συνολικής οικονομικής παραγωγής της Ευρωζώνης. Η Ισπανία από μόνη της έχει  υπερδιπλάσιο μέγεθος από όλες αυτές τις χώρες μαζί. Αυτό είναι ευτύχημα για την Ευρωζώνη αλλά κατάρα για τις τρεις χώρες. Οι τρεις χώρες απλά δεν έχουν το βάρος που χρειάζεται προκειμένου να επηρεάσουν τις αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας προς όφελος τους, έτσι οι ανάγκες τους αγνοούνται κατά τρόπο πασιφανή από την πλειοψηφία των σχεδιαστών πολιτικής και στις καλές και στις αρνητικές συγκυρίες. Οι κεντρικοί τραπεζίτες μπορεί να μη μπορούν να τους πουν ρητά ‘εσείς δεν μετράτε’, αλλά οι ενέργειές τους το δείχνουν.
Βεβαίως, υπάρχουν άλλα τμήματα της Ευρωζώνης που χρειάζονται αύξηση  επιτοκίων. Είναι ο πυρήνας, η Γερμανία, και ό,τι θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε απώτερο πυρήνα – Ολλανδία, Φιλανδία, Γαλλία και Αυστρία – όπου η ανάκαμψη της  επιχειρηματικής δραστηριότητας είναι εξαιρετικά ισχυρή. Οι δείκτες του γερμανικού Ινστιτούτου Ifo κατέγραψαν το Γενάρη τις καλύτερες επιδόσεις τους από τη γερμανική ενοποίηση. Τέλος, και αυτό είναι που αφορά περισσότερο την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, υπάρχει η άνοδος των τιμών. Ο δείκτης τιμών καταναλωτή της Ευρωζώνης ανέβηκε σε ετήσια βάση κατά 2,4% το Φεβρουάριο. Η κεντρική τράπεζα τον θέλει λίγο κάτω του 2%.
Επομένως ο ευρωπαϊκός πυρήνας έχει τα επιτόκια που χρειάζεται, όμως η περιφέρεια όχι. Έτσι είναι η ζωή στην Ευρωζώνη. Αλλά τι γίνεται με τις χώρες που δεν είναι Γερμανία, Γαλλία, Φιλανδία, αλλά ούτε και Πορτογαλία; Με άλλα λόγια, τι γίνεται με την Ισπανία; Μέχρι στιγμής τα σημάδια είναι θετικά. Παρά την έκκληση της Πορτογαλίας για ευρωπαϊκή συνδρομή και την προοπτική της αύξησης του βασικού  επιτοκίου της ΕΚΤ η δημοπρασία των ισπανικών τριετών ομολόγων της Πέμπτης πήγε πάρα πολύ καλά. Πολύ ανακουφιστικό είναι επίσης ότι το πρίμιουμ που ζητούν οι επενδυτές για να κρατήσουν τα ισπανικά ομόλογα τους κινείται περισσότερο όπως των κρατών του ευρωπαϊκού πυρήνα από ό,τι της περιφέρειας, δηλαδή κατέγραψε μικρή πτώση αντί αύξησης όταν η Πορτογαλία ναυάγησε.
Υπάρχει όμως μια μερίδα σχολιαστών που υποστηρίζει ότι τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. «Η κρίση της Ευρωζώνης μοιάζει σαν νέα υπερσυμπυκνωμένη εκδοχή των παλαιών ‘υποτιμητικών παιχνιδιών’ στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Συναλλαγματικών Ισοτιμιών», γράφει ο Λι Όλιβερ της Citigroup. Όπως όλοι θυμόμαστε, τότε οι αγορές είχαν δοκιμάσει την αποφασιστικότητα των κρατών να διατηρήσουν τα νομίσματα τους μέσα στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό που υπήρξε ο προάγγελος του ευρώ και της Ευρωζώνης, με αποτέλεσμα την υποτίμηση του γαλλικού φράγκου και την έξοδο της βρετανικής στερλίνας από το Μηχανισμό. «Δεν βλέπω γιατί να μην υπάρξει τώρα μια επίθεση στην Ισπανία, μετά στην Ιταλία και στο τέλος ακόμη και στη Γαλλία», προσθέτει.
Οι Ευρωπαίοι θέλουν να ελπίζουν ότι δεν είναι έτσι τα πράγματα. Η Πορτογαλία θεωρούνταν ξεγραμμένη από καιρό και φαίνεται ότι είναι το τελευταίο θύμα του ντόμινο που περίμεναν οι επενδυτές.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.