Σάββατο 30 Απριλίου 2011

Εθιμα και θύματα






Tου Παντελη Mπουκαλα

Θα πρέπει να είναι γερός λαογράφος κανείς, με γνώση της Ιστορίας και προπάντων με αισθητήριο, για να μπορέσει να κρίνει πόσα από τα έθιμα του Πάσχα και των άλλων γιορτών έλκουν την καταγωγή τους από τα χρόνια τα παλιά, «από την Τουρκοκρατία» όπως λένε στην κάμερα σχεδόν όλοι οι συμμετέχοντες στα σχετικά δρώμενα, άνευ περαιτέρω εξηγήσεων, και πόσα είναι φρέσκες και μάλλον πρόχειρες απομιμήσεις ή αναβιώσεις, βασισμένες σε λίγα τρίμματα συλλογικής μνήμης και σε πολύ περισσότερες προσθήκες και προσαρμογές. Καμία κοινωνία δεν μπαίνει βέβαια στην κατάψυξη, δεν παύει να ψάχνει και να ψάχνεται, να επινοεί μεθόδους και σχήματα για να υπηρετήσει μια κάποια εορταστική συλλογικότητα· καμία δεν παύει να ανασύρει, να αναπαλαιώνει ή να εγκαινιάζει.
Δεν είναι πάντως αναίτιος και αστήριχτος ο φόβος κάποιων «συντηρητικών παραδοσιολάγνων» ότι και τα αυθεντικότερα εξ αυτών των εθίμων και τα παλαιότερα απειλούνται από την πανδαμάτειρα τουριστική λογική της «αξιοποίησης». Ισως έτσι εξηγείται ώς έναν βαθμό και το ότι πολλές «αναβιώσεις» συντελούνται σε ένα πλαίσιο ολοένα και πιο ανταγωνιστικό (χωριό εναντίον χωριού, ενορία εναντίον ενορίας), ολοένα και πιο βίαιο, μια και η βία γράφει καλά στον φακό. Και όταν συμβαίνει το κακό, όταν από τα εθιμικά εκρηκτικά μετράμε τα ενιαύσια θύματα, νεκρούς και τραυματίες, και παιδιά ανάμεσά τους, αρχίζουμε να μιλάμε για την «κακιά ώρα», θαρρείς και προέκυψε μόνη της και ερήμην μας.
Και λαογράφος να μην είσαι, μπορείς να καταλάβεις ότι τα έθιμα (που, όπως εν γένει η παράδοση, δεν είναι οπωσδήποτε όμορφα και αγαθά όλα τους) ούτε επιβάλλονται διά νόμων ούτε απαγορεύονται με τιμωρητικές διατάξεις. Δεν φαίνεται εύκολο λοιπόν να περάσουμε ξαφνικά από την -ούτως ειπείν- κουλτούρα των βαρελότων στην πασχαλιάτικη κουλτούρα της (μη πολιτικού περιεχομένου) αυγοβολίας που υπάρχει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες ή στην αμερικανική κουλτούρα του σπρωξίματος των αυγών με μια κουτάλα, μπροστά στον Λευκό Οίκο. Τα δικά μας έθιμα φαίνονται πιο ηχηρά, σαματατζίδικα, με κορύφωσή τους τα βαρελότα. Σκαστούρια φτιάχναμε μικροί στα χωριά μας, «γουρούνες» και «μινέρβες» αγοράζουμε τώρα παράνομα, για μας ή για τα παιδιά μας, να μπουν κι αυτά στο κόλπο, στη μαγκιά, στην οποία κατηχούνται άλλωστε και στα γήπεδα. Αλλά δεν γίνεται να μετατρέπονται σε γήπεδα οι προαύλιοι χώροι των εκκλησιών, που έτσι κι αλλιώς αδειάζουν τρία λεπτά μετά το «Χριστός Ανέστη», αφού για μεγάλη μερίδα του χριστεπώνυμου πληρώματος πρόκειται απλώς για ρουτίνα. Δεν γίνεται να ξεδίνουμε παίρνοντας στον λαιμό μας ανθρώπους που έχουν πάει εκεί για εντελώς διαφορετικούς λόγους. Δεν γίνεται δηλαδή να παρατείνουμε την εφηβεία μας και μετά τα τριάντα και τα σαράντα μας, τάχα εξασφαλισμένοι με το βλακώδες άλλοθι της «κακιάς ώρας».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.