Δευτέρα 31 Ιανουαρίου 2011

Η κρίση και η αντανάκλασή της στα κόμματα και την ταξική πάλη

του Παύλου Μωραΐτη

Η βαθιά οικονομική κρίση και η πολιτική που εφάρμοσε και εφαρμόζει η Τρόικα με την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, βυθίζοντας τον ελληνικό λαό στην φτώχεια και την απόγνωση, έχει οξύνει στο έπακρο τις αντιθέσεις, ανέβασε κατακόρυφα τη δυσαρέσκεια και την αγανάκτηση στους εργαζόμενους. Το γεγονός αυτό έχει δημιουργήσει μεγάλα προβλήματα στο εσωτερικό των πολιτικών κομμάτων, κυρίως των κομμάτων εξουσίας και όσων δεν διαχωρίζονται ουσιαστικά από αυτήν την πολιτική.
Τα κόμματα του δικομματισμού
Το ΠΑΣΟΚ αντιμετωπίζει τεράστια προβλήματα στην συσπείρωσή του. Δεν είναι μόνο η διαγραφή τεσσάρων βουλευτών του (Ευ. Παπαχρήστος, Β. Οικονόμου, Ι. Δημαράς, Σοφία Σακοράφα), είναι η εικόνα κατακερματισμού που παρουσίασε στις πρόσφατες εκλογές, η ομαδοποίηση στις γραμμές του και η ενδυνάμωση των κεντρόφυγων τάσεων. Η πλειοψηφία των διαφωνιών μέχρι τώρα είναι μέσα στα όρια της πολιτικής του, στα όρια του «ανεκτού», όμως τα μέτρα που προωθούνται και θα προωθηθούν θα οξύνουν πιο πολύ τη δυσαρέσκεια και θα απειληθεί η ίδια η συνοχή του. «Το ΠαΣοΚ αναζητεί την ψυχή του. Θα την ξανάβρει στους μπαξέδες;», αναρωτιόταν το ΒΗΜΑ (Κυριακή 9/1/2011) σε τίτλο συγκεκριμένου ρεπορτάζ. Και πρόσθετε: «Οι επιταγές του μνημονίου προκαλούν ιδεολογικές αναταράξεις στο κυβερνών κόμμα, καθώς πολλά στελέχη θεωρούν ότι απομακρύνεται από τις σοσιαλιστικές αρχές του». Στο ίδιος φύλλο της εφημερίδας ο Γ. Πρετεντέρης έθετε πιο πρακτικά το θέμα: «το μεγαλύτερο μέρος της ΚΟ του ΠΑΣΟΚ και ένας σημαντικός αριθμός υπουργών του έχουν καταληφθεί από το ‘‘σύνδρομο Καραμανλή’’. Αναρωτιούνται δηλαδή μήπως είναι καλύτερα για τους ίδιους και την παράταξή τους να «την κάνουν» συντόμως με μικρά πηδηματάκια και να αφήσουν κανέναν άλλον να βγάλει το φίδι από την τρύπα. Αυτών ακριβώς των διεργασιών γίνεται καθημερινά αποδέκτης η ΝΔ. Και γι΄ αυτόν ίσως τον λόγο καταλήγει στην εκτίμηση ότι «το ΠαΣοΚ ετοιμάζεται να αποδράσει»- άρα, να κάνει εκλογές ίσως και μέσα στον Μάρτιο… Μόνο που τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Αφενός επειδή δεν είναι καθόλου βέβαιον ότι το ΠαΣοΚ διαθέτει πραγματικά οδό διαφυγής, ακόμη και αν αποφασίσει να ακολουθήσει το παράδειγμα του πρώην πρωθυπουργού. Αφετέρου επειδή είναι ακόμη λιγότερο βέβαιον ότι μια ενδεχόμενη διαφυγή μπορεί να οδηγήσει σε διάσωση- έστω, σε μερική διάσωση… Το πιθανότερο είναι να προκαλέσει ακόμη μεγαλύτερη ζημιά».
Ο αρθρογράφος του ΒΗΜΑΤΟΣ ούτε λίγο- ούτε πολύ περιγράφει ένα ΠΑΣΟΚ σε πλήρη αδιέξοδο. Μόνο που το αδιέξοδο δεν αφορά μόνο στο κυβερνητικό κόμμα. Είναι αδιέξοδο ολόκληρου του αστικού πολιτικού συστήματος ως αντανάκλαση του οικονομικού και κοινωνικού αδιέξοδο που εμφανίζει ο καπιταλισμός- και στη χώρα μας- λόγω της κρίσης.
Αντίστοιχα φαινόμενα- με αυτά του ΠΑΣΟΚ- υπάρχουν και στην ΝΔ. Μπορεί να προηγήθηκαν χρονικά οι αντιπαραθέσεις στο εσωτερικό της, μετά την ήττα στις εκλογές του 2009, με τη  διαγραφή της Ντόρας Μπακογιάννη και τη δημιουργία νέου κόμματος από την πλευρά της, τις διαγραφές και τις αποχωρήσεις βουλευτών και στελεχών κατά διαστήματα, αλλά τα κρισιακά φαινόμενα δεν σταμάτησαν εκεί. Αντίθετα η ρευστότητα και οι διαφοροποιήσεις στο εσωτερικό της δυναμώνουν. Ενδεικτικές είναι οι παλινωδίες της όσον αφορά τη θέση της απέναντι στο μνημόνιο. Από καταγγελία του έστω και γενικόλογη ως την αποδοχή του, χωρίς, φυσικά, να καταγγέλλει τα ίδια τα μέτρα που λαμβάνονται. Απλά αναπτύσσει την φιλολογία περί άλλου μείγματος οικονομικής πολιτικής. Στην πραγματικότητα η ΝΔ- ανεξαρτήτως τι πιστεύει η ηγετική ομάδα υπό τον Αντ. Σαμαρά- αντικειμενικά παίζει ένα ρόλο αμορτισέρ του συστήματος ώστε η λαϊκή δυσαρέσκεια να περνάει από τον έναν πόλο του δικομματισμού στον άλλο και να απορροφούνται οι κραδασμοί. Έτσι είναι αναγκασμένη να προβάλλει μια αντιμνημονιακή ρητορεία χωρίς να είναι σε θέση να εκφράσει έναν πειστικό αντιμνημονιακό λόγο, μια συγκεκριμένη και σαφή αντιμνημονιακή πολιτική πρόταση. Αποδεχόμενη το μεγαλύτερο μέρος των μέτρων που φέρνει η κυβέρνηση στη Βουλή, ψηφίζοντας τα σχετικά νομοσχέδια και δηλώνοντας με απόλυτη καθαρότητα ότι εφόσον έρθει στην κυβέρνηση θα σεβαστεί τις διεθνείς συμφωνίες που έχει υπογράψει η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ (βλέπε το μνημόνιο και τις δανειακές συμβάσεις με Ε.Ε. και ΔΝΤ) στην πραγματικότητα ομολογεί ότι θα συνεχίσει την ίδια με την σημερινή πολιτική. Έτσι, αν και πρόσκαιρα φαίνεται να προσφέρει στο σύστημα την αναγκαία συστημική και ελεγχόμενη αντιπολίτευση, στην πράξη κάνει περισσότερο εμφανές το αδιέξοδό του κι ενδεχομένως- αν αναλάβει σύντομα κυβερνητικές ευθύνες- να επιταχύνει την κρίση του, τουλάχιστον στο ζήτημα της πολιτικής εκπροσώπησης, φέρνοντας μια ώρα αρχύτερα στην ημερήσια διάταξη τα διαλυτικά- αποσυνθετικά φαινόμενα του δικομματισμού
Σοβαρά προβλήματα, παρόμοιου χαρακτήρα, παρουσιάζει ο ΛΑΟΣ, τα οποία εκφράστηκαν έντονα στις πρόσφατες εκλογές, συναντώνται όμως καθημερινά. Το Κόμμα του Καρατζαφέρη που ψήφισε και υπερασπίστηκε το μνημόνιο για την σωτηρία, δήθεν, της πατρίδας ψάχνει τώρα τρόπο να απεμπλακεί από το πρόσφατο παρελθόν του ενώ οι γενικότερες διεργασίες στο πολιτικό σύστημα απειλούν τη συνοχή του. Το θέμα που δημιουργήθηκε με τον βουλευτή του Μ. Βορίδη ενόψει των αυτοδιοικητικών εκλογών είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Στις τάξεις του ΛΑΟΣ υπάρχουν στελέχη, όπως η Ν. Τζαβέλα, που διατηρούν πολύχρονες στενές σχέσεις με την οικογένεια Μητσοτάκη και τα κατά καιρούς δημοσιεύματα στον Τύπο κάθε άλλο παρά δείχνουν σταθερή την σχέση αυτών των στελεχών με κόμμα στο οποίο βρίσκονται σήμερα.
Καθόλου καλά δεν περπατάει ούτε το νεοσύστατο κόμμα της κ. Μπακογιάννη. Ο πολιτικός του λόγος, άκρως νεοφιλελεύθερες, λόγος κυρίαρχος για τα αστικά κόμματα και τις πρακτικές του στις περασμένες δεκαετίες, δεν προκαλεί καμία προσδοκία στις λαϊκές μάζες και φυσικά δεν μπορεί να επηρεάσει τα λαϊκά στρώματα των ψηφοφόρων που κινούνται σήμερα στο χώρο του δικομματισμού. Πολλοί είναι εκείνοι- και στο χώρο του Τύπου- που ερμηνεύουν την πολιτική αδυναμία της κ. Μπακογιάννη με ψυχολογικούς όρους επικαλούμενοι τάχα ότι αυτή και η οικογένειά της δεν ήταν ποτέ ιδιαίτερα συμπαθείς στον ελληνικό λαό. Στην πραγματικότητα όμως η Ντ. Μπακογιάννη και το κόμμα που δημιούργησε αποτελούν την πιο χαρακτηριστική απόδειξη των αδιεξόδων του αστικού πολιτικού συστήματος. Η χώρα έφτασε εδώ που έφτασε γιατί εφαρμόστηκαν όλα τα μείγματα και όλες οι παραλλαγές πολιτικής υπέρ της κυρίαρχης τάξης. Η αναζήτηση διεξόδου στο πλαίσιο αυτών των πολιτικών, πολύ περισσότερο στο πλαίσιο της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας και πολιτικής που θεωρείται, στη συνείδηση των απλών ανθρώπων, η περισσότερο υπεύθυνη για την κρίση μόνο ως φάρσα μπορεί να γίνει αντιληπτή.
Η Αριστερά και το ΚΚΕ
Σοβαρή επίδραση είχε η κρίση και οι εξελίξεις που ακολούθησαν στον ΣΥΝ και το ΣΥΡΙΖΑ. Ήδη δημιουργήθηκε το Κόμμα του Φ. Κουβέλη, και ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ τριχοτομήθηκε στις εκλογές στην περιφέρεια Αττικής, ενώ οι διεργασίες στο εσωτερικό του εντείνονται. Η σημερινή ηγεσία του Συν προσπαθεί να μετατοπίσει το κόμμα αυτό αριστερότερα- στον Τύπο γίνεται λόγος για κακέκτυπο του ΚΚΕ- ενώ στο εσωτερικό του κόμματος παρατηρείται μια μεγαλύτερη κινητικότητα και διαφοροποίηση πάνω σε θέσεις- ταμπού, όπως η διαφοροποίηση θέσεων που παρουσιάζεται στις γραμμές του, π.χ. στο ζήτημα της στάσης απέναντι στην Ε.Ε. Έτσι δημιουργούνται νέα χάσματα τέτοια, που παραπέμπουν σε πιθανές νέες διασπάσεις και αποχωρήσεις.
Όλα αυτά είναι εξηγήσιμα και αναμενόμενα θα μπορούσε να αντιτάξει κάποιος. Δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά. Όμως- θα πρόσθετε- το ΚΚΕ παραμένει αλώβητο και σταθερό. Δεν φαίνεται να επηρεάζεται από την κρίση, δεν φαίνεται να διαταράσσεται η εσωτερική συνοχή του, ούτε να τροποποιείται η γραμμή του. Έτσι υπάρχει μια ελπίδα κάτι καλό να προκύψει για τον λαό, για τον απλό καθημερινό άνθρωπο, τουλάχιστον να εμποδιστεί μέρος της αντιλαϊκής επίθεσης και να διευκολυνθούν διεργασίες προς ριζοσπαστική αριστερή κατεύθυνση.
Έχουν όμως έτσι τα πράγματα; Είναι το ΚΚΕ αυτό που φαίνεται; Το θέμα του ΚΚΕ θα μας απασχολήσει περισσότερο από τα άλλα κόμματα σε αυτό το άρθρο κυρίως γιατί πολλά γίνονται και δεν φαίνονται σ’ αυτό το κόμμα, που όμως έχουν σοβαρή επίδραση στην καθημερινότητα και στην προοπτική την οποία αναζητούν αγωνιωδώς σήμερα οι εργαζόμενοι.
Εκείνο που δημιουργεί απορίες και για πολλούς δεν είναι αναμενόμενο είναι η δυσαρέσκεια και ο προβληματισμός στο εσωτερικό του ΚΚΕ, μετά από ένα θετικό εκλογικό αποτέλεσμα στις τελευταίες εκλογές για τους δήμους και τις περιφέρειες, πράγμα το οποίο αναγνωρίστηκε από πολλές πλευρές. Στελέχη του Κόμματος και άνθρωποι που έχουν γνώση του χώρου και των διεργασιών του, επισημαίνουν το γεγονός αυτό και κυρίως  την αίσθηση που υπάρχει σε μέρος του δυναμικού του, ότι αυτό διολισθαίνει από θέσεις και τοποθετήσεις σε μεγάλα στρατηγικά ζητήματα, θέσεις που το συνόδευαν δεκαετίες. Τονίζουν μάλιστα ότι η διολίσθηση αυτή οδηγεί σε αλλοίωση των φυσιογνωμικών χαρακτηριστικών του, με σημαντικές επιπτώσεις στην οικοδόμηση, την επιρροή και την δράση του. Τη διολίσθηση αυτή δεν μπορεί να την αντιληφθεί εύκολα και σε όλες της τις διαστάσεις κάποιος που είναι ξένος προς το ΚΚΕ. Την αντιλαμβάνονται όμως όσοι είχαν στο παρελθόν ή έχουν και τώρα κάποια σχέση με αυτό. Στη γνώμη και στις επισημάνσεις τέτοιων ανθρώπων στηρίζονται όσα ακολουθούν. Ο κατάλογος των διολισθήσεων που μας επισημάνθηκαν είναι απ’ ότι φαίνεται μακρύς. Επισημαίνουμε μόνο δύο τρία ζητήματα.
Οι διολισθήσεις- Το θέμα της εξόδου από την Ε.Ε.
Τους τελευταίους μήνες παρατηρείται μια μεγάλη στροφή στις θέσεις του κόμματος για την Ε.Ε. Από την θέση για «έξοδο από την ΕΕ» που έμπαινε ως σύνθημα καθημερινής δράσης, το ΚΚΕ πέρασε σταδιακά- χωρίς απόφαση συνεδρίου ή κομματικού σώματος, λένε οι γνωρίζοντες- στη θέση «αποδέσμευση με λαϊκή εξουσία».
Η προηγούμενη θέση ήταν σε ισχύ στο ΚΚΕ από την περίοδο της ένταξης στην ΕΟΚ, το 1980, ως πολύ πρόσφατα και ήταν προϊόν μιας βαθιάς ανάλυσης του ελληνικού καπιταλισμού και του ιμπεριαλιστικού χαρακτήρα της τότε ΕΟΚ, ανάλυση όχι μόνο του ΚΚΕ, αλλά και της προδικτατορικής ΕΔΑ. Το Κόμμα αυτό εκτιμούσε ορθά τον ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα της ΕΟΚ, τις σχέσεις υποταγής υπό τις οποίες η Ελλάδα θα συμμετείχε σ’ αυτήν, τις τεράστιες επιπτώσεις που η ένταξη θα είχε στην οικονομία της χώρας, την καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων και την επιδείνωση της θέσης της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων.
Οι επιπτώσεις δεν άργησαν να έρθουν και έγιναν πολύ πιο έντονες με την μετατροπή της ΕΟΚ σε ΕΕ, την συνθήκη του Μάαστριχ και τις τέσσερις ελευθερίες. Ακόμη περισσότερο εντάθηκαν με την συμμετοχή στην ζώνη του Ευρώ και την επιβολή νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής. Η πορεία παρακμής  των παραγωγικών δυνάμεων της χώρας επιταχύνθηκε, η χώρα καταχρεώθηκε, ώσπου φτάσαμε στο 2009 στην εγκατάσταση της Τρόικας και στην λαίλαπα που ξεδιπλώθηκε εναντίον του ελληνικού λαού. Η πορεία υπονόμευσης της παραγωγικής βάσης της χώρας προχωρούσε και πριν την ένταξη, με την ένταξη όμως επιταχύνθηκε. Η ένταξη αποτελεί σημείο καμπής.
Αυτό ως ένα βαθμό δειλά το αναγνωρίζει και το ΚΚΕ, φροντίζοντας φυσικά να το υποβαθμίσει. Η Γ.Γ. της Κ.Ε. σε συνέντευξη της στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία στις 19-12-2010, αναφέρει ότι «Η Γερμανία ήταν η μεγάλη ωφελημένη από τη συγκρότηση της ευρωζώνης. Διασφάλισε ταυτόχρονα ένα ισχυρό διεθνές αποθεματικό νόμισμα και την απρόσκοπτη εξαγωγή εμπορευμάτων και κεφαλαίου στις ασθενέστερες ευρωπαϊκές χώρες».
Ξαφνικά, δειλά στην αρχή και πολύ έντονα και επιδεικτικά τον τελευταίο καιρό- σημειώνουν οι συνομιλητές μας- προβάλλεται η θέση «έξοδος από την ΕΕ με λαϊκή εξουσία» σε πολλά άρθρα, στην τηλεόραση και πιο ανοιχτά στην συνέντευξη της Α. Παπαρήγα στα έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα (Ριζοσπάστης Παρασκευή 10/12). Εκεί αναφέρεται καθαρά ότι «για το ΚΚΕ η αποδέσμευση εντάσσεται μέσα στην πάλη για την εξουσία». Ενώ αναφέρεται ότι το ΚΚΕ μπορεί να αξιοποιήσει την έξοδο από την ΕΕ, σε αγώνα για να ανατραπεί η αστική εξουσία, την ίδια ώρα λέει ότι εκτός ΕΕ μπορεί να είναι και χειρότερα. Ή ακόμη ότι το ΚΚΕ, σε μια τέτοια εξέλιξη εξόδου από την ΕΕ, που προφανώς θα επιβάλλει η αστική τάξη, δεν θα στενοχωρηθεί, αλλά δεν θα κάνει το παραμικρό ώστε να επιβληθεί. Το σύνθημα «έξω από την ΕΕ των μονοπωλίων» τελείωσε. Γι αυτό στις πολύμηνες κινητοποιήσεις εκατοντάδων χιλιάδων εργαζομένων, το σύνθημα αυτό δεν ακούστηκε ποτέ.
Ενώ ο λαός αντιλαμβάνεται ότι η ένταξη στην Ε.Ε., έπαιξε τεράστιο ρόλο στην πορεία της χώρας και σε δημοσκοπήσεις καταγράφεται πλειοψηφούσα η άποψη αυτή, ενώ είναι η πιο πρόσφορη στιγμή για να απαξιωθεί η Ε.Ε. στην λαϊκή συνείδηση, το ΚΚΕ αποφασίζει να μην πει το παραμικρό. Γι αυτή του την στάση εισπράττει τα εύσημα της αστικής τάξης. Το σύνθημα «αποδέσμευση με λαϊκή εξουσία» σημαίνει ότι το ΚΚΕ το αφήνει αδιάφορο η ύπαρξη της χώρας στην Ε.Ε., δεν βλέπει το λόγο για κίνημα εξόδου. Η θέση του 16ου Συνεδρίου του ΚΚΕ για «συσπείρωση δυνάμεων και πάλη κατά των επιλογών και αποφάσεων της ΕΕ» και «η αποδέσμευση της χώρας από την Ε.Ε. πρέπει να είναι στόχος πάλης του ελληνικού λαού» δεν έχει πλέον καμία αξία.
Η έξοδος από την Ε.Ε. θα γίνει στην λαϊκή εξουσία, δηλαδή στην εξουσία της εργατικής τάξης, όπως το ίδιο το ΚΚΕ ισχυρίζεται ερμηνεύοντας και εκλαϊκεύοντας τον δικό του αυτό πολιτικό όρο. Ο αντίλογος των συνομιλητών μας δεν αφήνει περιθώρια για παρερμηνείες: Μα η εργατική εξουσία, λένε, δηλαδή η δικτατορία του προλεταριάτου, προϋποθέτει να γίνει επανάσταση και να πετύχει, η εργατική τάξη να υπερισχύσει. Σήμερα όμως δεν υπάρχουν επαναστατικές συνθήκες. Πιθανόν κάποιοι με την ισχυρή φαντασία τους να προβλέπουν άμεσα επαναστατική κατάσταση. Ο Λένιν όμως λέει ότι η επαναστατική κατάσταση είναι έξω από την θέληση και τις προβλέψεις των ανθρώπων. Τώρα ιστορικά είναι η ώρα της δημιουργίας των υποκειμενικών προϋποθέσεων για την επαναστατική ανατροπή, η ώρα της σύγκρουσης με το μονοπωλιακό κεφάλαιο και το μπλοκ εξουσίας του, για την υπεράσπιση των κατακτήσεων και της ζωής του λαού, η ώρα να γνωρίσει ήττες η αστική τάξη, να αποδομηθεί ο μονόδρομος της Ε.Ε. και τα υπόλοιπα βάθρα της εξουσίας της. Να δημιουργηθούν ρωγμές στο αστικό οικοδόμημα, να τις εκμεταλλευτεί η εργατική τάξη και το αντιιμπεριαλιστικό αντιμονοπωλιακό κίνημα.
Αυτή είναι η διαλεκτική του ταξικού αγώνα. Αυτά είναι τα καθήκοντα της εργατικής τάξης και του ΚΚΕ, σήμερα,
Μπορεί η θέση «έξοδος με λαϊκή εξουσία» να ντύνεται με τέτοια επιχειρηματολογία ώστε να φαίνεται συνεπής και επαναστατική, ουσιαστικά όμως είναι δραπέτευση από τη σκληρή πραγματικότητα και τα καθήκοντα της προώθησης της επαναστατικής αλλαγής. Δεν είναι θέση επαναστατική αλλά βαθιά λαθεμένη.
Το Μέτωπο: Πως ξεκίνησε και πως κατέληξε
Η δεύτερη διολίσθηση του ΚΚΕ- σύμφωνα με τους γνωρίζοντες- αφορά στο Μέτωπο. Το Μέτωπο είναι ουσιαστικό στοιχείο στην στρατηγική του ΚΚΕ, από την ψήφισή του στο 15ο Συνέδριο το 1996. Έκτοτε έχει υποστεί πολλές τροποποιήσεις, με αποφάσεις ή «δια της διολισθήσεως» και από αντιϊμπεριαλιστικό αντιμονοπωλιακό δημοκρατικό μέτωπο με συγκεκριμένο πλαίσιο και σχέδιο οικοδόμησής του, έγινε μέτωπο για την λαϊκή εξουσία, όπου ως βάση συσπείρωσης τίθενται οι στρατηγικοί στόχοι και η ιδεολογία του ΚΚΕ.
Ενώ ψηφίστηκε ως «μέτωπο κοινωνικό πολιτικό που στις γραμμές του συμπαρατάσσονται κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις ανομοιογενείς από άποψη κοινωνικής θέσης και ιδεολογικής στάσης» και «βασίζεται στη διαλεκτική σχέση και αλληλεπίδραση των κοινωνικών και πολιτικών συμμαχιών» (16ο Συνέδριο) στην πορεία ο χαρακτήρας του αυτός ανατρέπεται.
Από την στιγμή που τέθηκε ως βάση και πλαίσιο συσπείρωσης η λαϊκή οικονομία και η λαϊκή εξουσία που την υλοποιεί, με όρους κομμουνιστικούς η Δικτατορία του Προλεταριάτου και η πολιτική μετασχηματισμού της οικονομίας, των σχέσεων ιδιοκτησίας και συνολικά των κοινωνικών σχέσεων, η δυνατότητα εξεύρεσης συμμάχων για τη σύμπηξη τέτοιου μετώπου είναι ανύπαρκτη. Οι πολιτικές δυνάμεις ανακηρύχτηκαν όλες, ακόμη και τάσεις  στα πλαίσιά τους, ως αντίπαλοι και εχθροί, ακόμη και για κοινή δράση στα άμεσα.
Φυσιολογικά πλέον η ηγεσία του ΚΚΕ τροποποιεί και τυπικά το χαρακτήρα του μετώπου.
Σε πρόσφατη συνέντευξή της η Α. Παπαρήγα, στην εισηγητική της ομιλία σημείωνε: «Τώρα ήλθε η στιγμή να πάρει σάρκα και οστά, να διαμορφωθεί διακριτά ένα κοινωνικολαϊκό μέτωπο πολιτικής και μαζικής δράσης από τις ριζοσπαστικές δυνάμεις που είναι υπαρκτές και πρέπει να πολλαπλασιαστούν, δηλαδή τις ριζοσπαστικές δυνάμεις των εργατοϋπαλλήλων ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, των φτωχών αυτοαπασχολούμενων μικρών επιχειρηματιών, της φτωχής αγροτιάς, με ενδυνάμωση της συμμετοχής νέων ηλικιών, παιδιών της εργατικής – λαϊκής οικογένειας, ιδιαίτερα αυτών που σπουδάζουν και δουλεύουν, που είναι στην κατάρτιση, γυναικών και μεταναστών, αγωνιστών στο χώρο της επιστήμης, της τέχνης και του πολιτισμού».
Αυτό σημαίνει ότι η πολιτική διάσταση του μετώπου με την έννοια της συμμαχίας πολιτικών δυνάμεων δεν υπάρχει πλέον. Οι συμμαχίες με πολιτικές δυνάμεις, ακόμη και η κοινή δράση μέσα στο λαϊκό κίνημα έχουν ακυρωθεί.
Η δράση από τα κάτω μέσα στο λαό είναι η μοναδική διάσταση της πολιτικής συσπείρωσης και συμμαχιών του ΚΚΕ. Η τακτική όμως αυτή υπονομεύει, με βάση το Λένιν και την πείρα ενός ολόκληρου αιώνα των κομμουνιστών,  κάθε προσπάθεια συσπείρωσης.
Δεν μπορεί να υπάρξει πετυχημένη προσπάθεια συσπείρωσης, ενιαίας δράσης και μέτωπο από τα κάτω μόνο, χωρίς να υποβοηθείται τουλάχιστον με προσπάθειες συνεργασίας από τα πάνω στο μέτρο του δυνατού. Στη συνέντευξη ξεκαθαρίζονται και οι συνιστώσες του κοινωνικολαϊκού μετώπου. Είναι οι υπάρχουσες σήμερα συσπειρώσεις που προωθεί το ΚΚΕ (ΠΑΜΕ – ΠΑΣΥ – ΠΑΣΕΒΕ – ΟΓΕ – ΜΑΣ). Σε καμιά περίπτωση όμως δεν μπορούν να συμμετάσχουν άλλοι φορείς που το ΚΚΕ δεν έχει την πλειοψηφία και δεν δρουν στην γραμμή της λαϊκής εξουσίας και λαϊκής οικονομίας, έστω και αν υπάρχουν σοβαρές δυνατότητες για πλατύτερες συμπαρατάξεις για επιμέρους ή γενικά ζητήματα ακόμα και με το πλαίσιο που το ΚΚΕ θέτει. Δράση από τα κάτω των λαϊκών δυνάμεων, που «μεταφράζεται» σε μόνες οι δυνάμεις του ΚΚΕ. Η συνέντευξη καθορίζει ως κύριο στόχο της δράσης «να δώσει δύναμη στην εναλλακτική πρόταση της λαϊκής εξουσίας με κεντρικό σύνθημα την κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων με εργατικό έλεγχο.
Ουσιαστικά η φιλόδοξη- υπογραμμίζουν οι γνώστες του θέματος- απόφαση του 15ου Συνεδρίου γιααντιιμπεριαλιστικό αντιμονοπωλιακό δημοκρατικό μέτωπο που με τη δράση του θα άλλαζε το συσχετισμό στην κοινωνία και θα συνέδεε το σήμερα με το στρατηγικό σκοπό, το σοσιαλισμό, απαξιώνεται σε μια καρικατούρα μετώπου των δυνάμεων του ΚΚΕ στους διάφορους κοινωνικούς χώρους, χωρίς συμμάχους και με περιεχόμενο την προπαγάνδιση της λαϊκής εξουσίας.
Ποια διέξοδος υπάρχει;
Οι αναπροσαρμογές αυτές στην γραμμή του ΚΚΕ έχουν- κατά την εκτίμηση των συνομιλητών μας- σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη της λαϊκής πάλης για την απόκρουση της αντιλαϊκής λαίλαπας. Ενώ ο λαός με πολύ μεγάλα ποσοστά απορρίπτει αυτήν την πολιτική, μη βλέποντας διέξοδο, ένα πειστικό και ρεαλιστικό σχέδιο ανάπτυξης της πάλης, με στόχο την ανατροπή της, δύσκολα στρατεύεται. Η μαζικότητα και η ένταση των αγώνων είναι αναντίστοιχη με την επίθεση. Φυσικά δεν εξαρτάται μόνο από το ΚΚΕ η ανάπτυξη του κινήματος αμφισβήτησης και ανατροπής της πολιτικής του κεφαλαίου. Υπάρχει πλήθος παραγόντων που επιδρούν. Ο ρόλος όμως του ΚΚΕ είναι κρίσιμος.
Σήμερα πέραν του αστικού χώρου που προωθεί την επίθεση αυτή, δύο γραμμές αντιμετώπισης ουσιαστικά διατυπώνονται. Η μία θεωρώντας μονόδρομο την πορεία της χώρας μέχρι σήμερα, προτείνει τακτική αδιέξοδη, προσπάθεια να μειωθούν οι επιπτώσεις στο λαό και καταλήγει ουσιαστικά σε ενσωμάτωση. Η άλλη που προωθείται από το ΚΚΕ κατά βάση θέτει τους στόχους της λαϊκής εξουσίας και της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, ως στόχους ενός κινήματος ανατροπής της επίθεσης αυτής, καλεί σε απειθαρχία και απείθεια, δεν πιστεύει ουσιαστικά στην δυνατότητα να ανατραπεί η πολιτική του κεφαλαίου και περιμένει την επαναστατική κρίση και την σοσιαλιστική επανάσταση.
Και οι δύο γραμμές είναι ατελέσφορες. Η μία οδηγεί στην ενσωμάτωση του λαϊκού κινήματος και στην συντριβή του. Η άλλη δεν δίνει προοπτική ούτε για άμεσες κατακτήσεις, ούτε για την προώθηση της επαναστατικής ανατροπής.
Στην εύλογη ερώτηση που θέσαμε με όσους συζητήσαμε αν υπάρχει εναλλακτική πρόταση και λύση αναφορικά με το τι πρέπει να κάνει το ΚΚΕ σήμερα πήραμε την εξής απάντηση: «Σήμερα απαιτείται η διαμόρφωση μιας γραμμής στη βάση ενός εφικτού προγράμματος που θα παίρνει υπόψη τις συνθήκες, τις ανάγκες των εργαζομένων, θα θέτει ως στόχο τη σωτηρία του λαού από την επίθεση που δέχεται, θα αμφισβητεί την ενσωμάτωση της χώρας στους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς και στην διεθνοποιημένη οικονομία της αγοράς, θα διεκδικεί να οδηγήσει τη χώρα σε γραμμή ανάπτυξης υπέρ του λαού.
Οι δραματικές επιπτώσεις που θα έχει η επικράτηση της πολιτικής του κεφαλαίου, δεν είναι δυνατόν να υποτιμώνται και να παραπέμπεται η αντιμετώπισή της στην λαϊκή εξουσία. Δεν είναι γεγονός ήσσονος σημασίας. Οι επιπτώσεις της στο εισόδημα, την εργασία και τη ζωή του λαού, στις σπουδές, την εργασία και το μέλλον της νεολαίας θα είναι τραγικές. Ο λαός θα βυθιστεί σε ένα μεσαίωνα. Πολύ ορθά το ΚΚΕ ονομάζει την επίθεση αυτή πόλεμο του κεφαλαίου εναντίον της εργατικής τάξης και του λαού. Ως εκ τούτου πρέπει να αντιμετωπίζεται ως πόλεμος και να μην  υποτιμάται.
Κεντρικός λοιπόν στόχος σήμερα είναι η σωτηρία του λαού.
Δεν είναι λογικό να περιμένει κάποιος ότι η εξαθλίωση που θα φέρει η επίθεση αυτή θα διευκολύνει την διαμόρφωση πλατιά στο λαό ριζοσπαστικής αντικαπιταλιστικής συνείδησης. Η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι όπου ελήφθησαν τέτοια μέτρα οδήγησαν σε μεγαλύτερη συντηρητική στροφή των μαζών ως αποτέλεσμα της ανασφάλειας, του αγώνα για την επιβίωση, της αναποτελεσματικότητας της λαϊκής πάλης.
Επιπλέον πρέπει να αξιοποιηθεί αποτελεσματικά το γεγονός ότι στη σκέψη πλατιών στρωμάτων του λαού φαίνεται μαζί με την χρεοκοπία της χώρας να χρεοκοπεί και ο δρόμος, η πολιτική που ακολούθησε η χώρα μεταπολεμικά, ιδιαίτερα μετά την ένταξη στην Ε.Ε. Αμφισβητούνται όλες οι βασικές σταθερές αυτής της πολιτικής, Ε.Ε., Μάαστριχ, Ευρώ, οι τέσσερες ελευθερίες, η ευρωπαϊκή πορεία συνολικά και μαζί τα ιδεολογικά περιτυλίγματά της.
Επαναστατική τακτική όμως δεν σημαίνει μόνο να εξυπηρετείται το άμεσο, να αυτονομείται η δράση για το άμεσο από το στρατηγικό σκοπό. Σημαίνει ότι η αντιμετώπιση της κρίσης πρέπει να συνδεθεί αποτελεσματικά με την προώθηση της υπόθεσης του σοσιαλισμού. Όσο λάθος είναι να υποβαθμίζεται η κρίση και η πάλη για διέξοδο υπέρ του λαού, στο επίπεδο ενός τρέχοντος ζητήματος,  άλλο τόσο λάθος είναι να αυτονομηθεί η δράση για την  αντιμετώπιση της κρίσης, να περιοριστεί στη διαχείρισή της,  ώστε ο λαός να έχει λιγότερες απώλειες. Κατά συνέπεια η πάλη για την αντιμετώπιση της επίθεσης  πρέπει να ωριμάζει τους παράγοντες της επαναστατικής ανατροπής, τον υποκειμενικό παράγοντα που υστερεί.
Οι στόχοι και το πλαίσιο της πάλης να στρατεύει και να οδηγεί το λαό σε νίκες, στη διαμόρφωση πλατιά ριζοσπαστικής συνείδησης, να προωθεί την ενότητα της εργατικής τάξης και τη ριζοσπαστικοποίησή της, το ίδιο τα ενδιάμεσα μικροαστικά στρώματα, να προωθεί τη συμμαχία τους.
Να οδηγεί το αστικό οικοδόμημα σε ήττες, σε ρωγμές και απώλειες, σε αμφισβήτηση της κυριαρχίας του. Να ωριμάζουν συνολικά οι όροι και οι προϋποθέσεις της επαναστατικής αλλαγής.
Το πλαίσιο των στόχων που θα τεθεί δεν μπορεί να είναι ανεκτό από το μονοπωλιακό κεφάλαιο και την εξουσία του. Θα προωθείται ενάντια στη θέληση του, δεν θα απαιτείται όμως αλλαγή τάξης στην εξουσία για να προωθηθούν τέτοια μέτρα. Η ολοκληρωμένη εφαρμογή τους όμως χωρίς επαναστατική ανατροπή δεν είναι νοητή.
Απευθύνεται όχι στην Κυβέρνηση, τη σημερινή ή την επόμενη, αλλά στο λαό και στόχος είναι η συσπείρωση του γύρω από το πλαίσιο αυτό, η δημιουργία ενός ισχυρού κινήματος ανατροπής που διεκδικεί μέτρα και λύσεις υπέρ του λαού, την ίδια την εξουσία στην πορεία.
Σχετικά με το περιεχόμενο ενός εναλλακτικού σχεδίου δράσης έχουν γραφεί και ειπωθεί πολλά. Με βάση όλα αυτά μπορεί να διαμορφωθεί ένα συνεκτικό και λειτουργικό σχέδιο που να καλύπτει τις ανάγκες.
Βασικά στοιχεία του είναι:
  • Η έξοδος από την ΟΝΕ και το Ευρώ και συνολικά την Ε.Ε. στην πορεία, επαναφορά της δραχμής– Αντιμετώπιση γενικότερα των ζητημάτων της εξάρτησης, έξοδος από το ΝΑΤΟ, βάσεις, απεμπλοκή από συμφωνίες….
  • Η αντιμετώπιση του τεράστιου χρέους της χώρας, κατά βάση άρνηση πληρωμής του και διεκδίκηση διαγραφής του μεγάλου μέρους του, διότι πρόκειται για τοκογλυφία. Η χώρα δεν μπορεί σε καμμιά περίπτωση να το αντιμετωπίσει. Έλεγχος και απαγόρευση της εξαγωγής κεφαλαίων από την χώρα, μέτρα προστασίας της ντόπιας παραγωγής.
  • Εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος και δημιουργία ενιαίου δημόσιου χρηματοπιστωτικού φορέα ο οποίος δεν θα λειτουργεί υπέρ του μονοπωλιακού κεφαλαίου, αλλά με λαϊκό έλεγχο. Εθνικοποίηση μεγάλων μονοπωλιακών επιχειρήσεων. Εναντίον του ξεπουλήματος δημόσιων επιχειρήσεων και συνολικά της λαϊκής περιουσίας.
  • Πλαίσιο στόχων και διεκδικήσεων για την υπεράσπιση των εργατοϋπαλλήλων, των επαγγελματιών και βιοτεχνών, της αγροτιάς, της νεολαίας.
  • Αντιμετώπιση του αυταρχικού κατήφορου στον οποίο προχωρά η Κυβέρνηση, τη στιγμή που εντείνει τη δημοκρατικοφάνεια και τις προσπάθειες αποπροσανατολισμού και συναίνεσης κ.τ.λ.
Ανάλογα με την πορεία της πάλης και στο βαθμό που δεν θα έχουν διαμορφωθεί επαναστατικές συνθήκες, ενώ θα μεγαλώνει η κρίση των αστικών κομμάτων και συνολικά του συστήματος, το κίνημα πρέπει να θέσει ως άμεσο στόχο την ήττα και την ανατροπή της Κυβέρνησης τους κεφαλαίου και την ανάδειξη Κυβέρνησης αντιιμπεριαλιστικών – αντιμονοπωλιακών δυνάμεων. Τηρουμένων των αναλογιών και των διαφορών που παρουσιάζουν οι χρονικές περίοδοι, η θέση του 4ου Συνεδρίου της Κομμουνιστικής Διεθνούς για την εργατική κυβέρνηση είναι πολύ χρήσιμη για την άντληση πείρας.
«Η εργατική κυβέρνηση πρέπει παντού να μας χρησιμεύσει σαν γενικό προπαγανδιστικό σύνθημα. Αλλά σαν άμεσο πολιτικό σύνθημα, η εργατική κυβέρνηση αποκτάει σημασία στις χώρες όπου η κατάστασης της αστικής κοινωνίας είναι ιδιαίτερα πολύ λίγο ασφαλής, και όπου ο συσχετισμός των δυνάμεων μεταξύ των εργατικών κομμάτων και της μπουρζουαζίας θέτει στην ημερήσια διάταξη τη λύση της εργατικής κυβέρνησης σαν πολιτική ανάγκη.
Σ’ αυτές τις χώρες το σύνθημα της «εργατικής κυβέρνησης» αποτελεί αναπόφευκτη συνέπεια όλης της τακτικής του ενιαίου μετώπου…………. Στη φανερή ή μασκαρεμένη συμμαχία της αστικής τάξης με την σοσιαλδημοκρατία, οι κομμουνιστές αντιτάσσουν το ενιαίο μέτωπο όλων των εργατών και τον πολιτικό και οικονομικό συνασπισμό όλων των εργατικών κομμάτων εναντίον της μπουρζουαζίας για την οριστική ανατροπή της».
Η ορθή εφαρμογή της θέσης αυτής στις σημερινές συνθήκες, προϋποθέτει ότι η  πορεία αυτή  θα στηρίζεται πρώτιστα στη δράσης της εργατικής τάξης και στις διεργασίες στο εσωτερικό της, στη στήριξη στους φορείς και τους θεσμούς που διαμορφώνει. Μια τέτοια κυβέρνηση που διαμορφώνεται στο έδαφος του καπιταλισμού, μπορεί να δώσει την ευκαιρία να αναζωογονηθεί το εργατικό και επαναστατικό κίνημα, να υποσκάψει την επιρροή της αστικής τάξης, να την αδυνατίσει, να δώσει τη δυνατότητα να προσεγγισθεί η επαναστατική διαδικασία και να τεθεί θέμα εξουσίας. Σε τελική ανάλυση ο συσχετισμός στη συγκεκριμένη στιγμή θα βαρύνει αποφασιστικά και η Κυβέρνηση θα κριθεί από τις αποφάσεις και την πράξη της.
Μια τέτοια δυνατότητα προβλέπει το πρόγραμμα του ΚΚΕ. Συγκεκριμένα αναφέρει:  «Σε συνθήκες ταξικών αναμετρήσεων και μεγάλης φθοράς στην επιρροή των αστικών κομμάτων και των συμμάχων τους, μπορεί να προκύψει κυβέρνηση αντιιμπεριαλιστικών αντιμονοπωλιακών δυνάμεων, με βάση το κοινοβούλιο χωρίς να έχουν διαμορφωθεί ακόμα οι όροι για το επαναστατικό πέρασμα.
Η δρομολόγηση κυβερνητικών μέτρων, που στοχεύουν στην ανακούφιση του λαού, ενάντια στο πολυεθνικό κεφάλαιο, την εξάρτηση και τη συμμετοχή της χώρας στις ιμπεριαλιστικές ενώσεις, είναι δυνατόν να συσπειρώνει και να πείθει για την ανάγκη γενικότερης ρήξης.
Το ΚΚΕ επιδιώκει μια τέτοια κυβέρνηση, με τη δράση της και τη γενικότερη λαϊκή παρέμβαση, να συμβάλει στην έναρξη της επαναστατικής διαδικασίας.»
Η δημιουργία ενός ισχυρού κινήματος της εργατικής τάξης και των υπόλοιπων εργαζομένων, σε βάση ενιαιομετωπική που θα συγκρουσθεί με την αστική τάξη και θα διεκδικήσει την νίκη και την ανατροπή της πολιτικής της, θα διεκδικήσει την σωτηρία του λαού κρατώντας ανοιχτή την προοπτική του σοσιαλισμού, είναι το μεγάλο στοίχημα.
Το ΚΚΕ ως η κύρια αντιϊμπεριαλιστική, επαναστατική δύναμη καλείται να επιφορτισθεί αυτό το καθήκον».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.