Κυριακή 30 Ιανουαρίου 2011

Κριτική Θεάτρου:«Συμβολαιογράφος»


Γράφει για την "Παρέμβαση" 
Ο Νίκος Μπατσικανής,
συγγραφέας – ποιητής





«Συμβολαιογράφος», Νίκου Βασιλειάδη
Σκηνοθεσία: Γιώργος Καραμίχος.
Θεατρική διασκευή: Εμμανουέλα Αλεξίου – Γιώργος Καραμίχος. 
Ερμηνεία: Υρώ Μανέ.
Σκηνικό: Χρ. Κωστέα. 
Κοστούμια: Έλ. Παπανικολάου. 
Φωτισμοί: Κ. Μαραγκουδάκη.
Μουσική επιμέλεια: Ιάκωβος Δρόσος. 
Τραγούδι παράστασης: Κώστας Λειβαδάς.

Η νουβέλα του Νίκου Βασιλειάδη (ψευδώνυμο του βορειοελλαδίτη συνταξιούχου φιλόλογου Ιορδάνη Βλαχόπουλου), διασκευασμένη σε τραγική κωμωδία, από τον γνωστό ηθοποιό Γιώργο Καραμίχο και την Εμμανουέλλα Αλεξίου, ευτύχησε και στην απόδοσή της από την Υρώ Μανέ (απόφοιτος «Σχολής Κάρολου Κουν» όπως κι ο Γιώργος Αρμένης) αν και από μόνη της περιέχει πρωτότυπα και πετυχημένα συστατικά. Αρχίζοντας από τον αλληγορικό, αλλά πετυχημένο τίτλο: ο «Συμβολαιογράφος» (παρατσούκλι) αφορά έναν τσαγκάρη, που ο λόγος του είναι (για τον άφαντο επί σκηνής ήρωα) δέσμευση και «συμβόλαιο», με ό,τι αυτό σημαίνει και συνεπάγεται (καλό ή κακό). Στην εξέλιξη του έργου, η Γλώσσα (με πολλά έξυπνα «μαργαριτάρια») δίνει το στίγμα της στην παράσταση, καθώς ο συγγραφέας ανατρέπει την καθιερωμένη σύνταξη και αναμειγνύει (στο στόμα της αγράμματης ηρωίδας του) καθαρευουσιάνικες με λέξεις του τόπου της ιστορίας.

Η Ερασμία (Υρώ Μανέ), μοναδική, επί σκηνής, ηρωίδα και πρωταγωνίστρια, ερμηνεύει – αφηγείται την περασμένη ζωή της, σε μια μικρή κωμόπολη της επαρχίας. Σιγά – σιγά ξεδιπλώνει την ιστορία (γύρω στα ’50 – ’60), στην οποία τα κυρίαρχα πρόσωπα, εκτός από την ίδια, είναι η κόρη της (Ματούλα) και ο γαμπρός της (Αργύρης). Μικρή θέση κατέχει και ο πρώην σύζυγός της που την άφησε χήρα, μόλις 22 ετών. Από τότε προσπαθεί να επιβιώσει και να μεγαλώσει τη μονάκριβή της, με τα πενιχρά εισοδήματα από το περίπτερο που της άφησε ο μακαρίτης, ως θύμα πολέμου. Στερημένη, ως γυναίκα, όντας «μεταχειρισμένη» και με παιδί, δεν ξαναβρίσκει σύντροφο, αντιθέτως, η ζωή τής επιφυλάσσει πολλά και αναπάντεχα. Μοιραίο αντικείμενο, που θα παίξει καθοριστικό ρόλο στη ζωή της χήρας, είναι τα κολοκυθάκια της, στα οποία βρίσκει παρηγοριά, καλλιεργώντας τα, μαγειρεύοντάς τα με κάθε είδους γνωστή ή δικής της έμπνευσης συνταγή, μα και «χρησιμοποιώντας τα» ποικιλοτρόπως (εδώ χαμογελάμε), για να καλύψει «όλες τις ανάγκες» του βίου. Στη ζωή της επαρχίας του ’50, οι γείτονες δεν έχουν μυστικά μεταξύ τους, καθώς «αόρατα μάτια» παρακολουθούν όσα συμβαίνουν τριγύρω, ενώ τα στόματα δεν είναι κλειστά. Άλλωστε, «στο ίδιο καζάνι βράζουν» όλοι, εκεί. Τα καταπιεσμένα πάθη της χήρας, είναι ίδια με των άλλων κατοίκων, μέσα στη συμβατική ζωή της μικρής τους κοινωνίας. Υπάρχουν, όμως, και τα καλά: συμπαράσταση, ανθρωπιά, αισθήματα, γείτονες που προστρέχουν στο καλό και το κακό, αληθινοί φίλοι, με πραγματικά αισθήματα, ανεμελιά… και άφθονα κολοκυθάκια… που, όμως, θα είναι και η αιτία των δεινών της, αφού ο Αργύρης τα σιχαίνεται, κι απαγορεύει να τα μαγειρεύουν, πια, στο σπίτι όπου πηγαίνει σώγαμπρος. Έτσι, όταν η πεθερά του θα παραβεί την αυστηρή και απόλυτη διαταγή του, θα το πληρώσει με αυτό που της είχε τάξει, τηρώντας το λόγο του στο ακέραιο, γεγονός που τον χαρακτήρισε σε όλη τη ζωή του «λόγος – συμβόλαιο». Βιάζοντας τη χήρα, από τη μια τής κάνει κακό, από την άλλη ικανοποιεί τη στέρησή της, χρόνων. Τα ξακουστά «προσόντα του», σημείο συνεχών αναφορών από την αρχή του έργου, παίζουν, επιτέλους, τον ρόλο τους, δικαιολογώντας τις φήμες που υπήρχαν για τον κοντό τσαγκάρη. Δραματικά και χιουμοριστικά στοιχεία, εναλλάσσονται στον αφηγηματικό μονόλογο της ηρωίδας, φωτίζοντας πολλά από τη θέση της γυναίκας, ιδίως στην ελληνική επαρχία, περασμένων εποχών. Αποτέλεσμα; Κωμικοτραγικές καταστάσεις, γέλιο, συγκίνηση, ταύτιση, εξηγήσεις, συμπεράσματα. Το πρόσωπο που τα μεταφέρει όλα αυτά στον θεατή είναι η Υρώ Μανέ, σε μια ερμηνεία έκπληξη, καθώς την είχαμε συνηθίσει σε άλλους ρόλους, κυρίως στην τηλεόραση. Με ελεγχόμενη κίνηση κι συχνές εναλλαγές εκφραστικότητας, ερμηνείας διαφόρων ρόλων, απόδοσης καταστάσεων, περιγραφές γεγονότων και προσώπων, η γνωστή ηθοποιός οδηγεί την παράσταση στο αποκορύφωμα και τους θεατές στην απόλαυση, σε πολύ καλή στιγμή της καριέρας της. Το παρατεταμένο κι επαναλαμβανόμενο χειροκρότημα άξιζε σε όλους τους συντελεστές της παράστασης, με πρώτους τον Γιώργο Καραμίχο, στην πολύ σπουδαία, αν και πρώτη του σκηνοθεσία, και την ταλαντούχα ηθοποιό Υρώ Μανέ.

«Νέο Ελληνικό Θέατρο, Γιώργου Αρμένη», «Αίθουσα Κάρολος Κουν», υπόγειο.
Σπ. Τρικούπη 34, Εξάρχεια. Τ/Φ: 210-8253489. Εισιτήρια: € 20 και φοιτητικό: €15. Διάρκεια: 70′.
Παραστάσεις: Τετάρτη, Πέμπτη, Σάββατο 21.15, Κυριακή 20.00. Μέχρι 20 Φεβρουαρίου 2011.

 (Το τελικό «ν» προσωπική επιλογή).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.