Τρίτη 2 Νοεμβρίου 2010

Το μεγάλο στοίχημα των εκλογών στις ΗΠΑ



Jean - Marie Colombani



Είναι ένα διαφημιστικό σποτ, από τα πολλά που βλέπουμε στις οθόνες της αμερικανικής τηλεόρασης, λίγες ημέρες πριν από τις εκλογές της 2ας Νοεμβρίου. Δείχνει ένα λαμπρό Κολοσσαίο στο απόγειο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, εικόνα που τη διαδέχεται αμέσως μία άλλη: το Κολοσσαίο όπως είναι σήμερα, ένα ερείπιο, που βεβαίως το θαυμάζουν οι τουρίστες αλλά δεν παύει να είναι ερείπιο. Μετά περνάμε στην Αμερική του σήμερα. Με σαρκαστικό χαμόγελο κάποιοι Κινέζοι δηλώνουν πεπεισμένοι ότι εργάζονται για την παρακμή της αμερικανικής αυτοκρατορίας. Πρόκειται βεβαίως για αρνητική διαφήμιση α λα αμερικανικά, μια άγρια καρικατούρα, με ένα πολύ απλοϊκό μήνυμα: ο Ομπάμα είναι ο νεκροθάφτης της Αμερικής, παίγνιο των Κινέζων, και επομένως ο κόσμος πρέπει να ψηφίσει τους Ρεπουμπλικανούς.

Χωρίς αμφιβολία, ιδίως σε αυτούς τους καιρούς της ανεργίας, ο φόβος της παρακμής και μαζί ο φόβος για την Κίνα, που είναι ο κύριος δανειστής των Ηνωμένων Πολιτειών, έχουν μια θέση στην προεκλογική εκστρατεία. Πιο σοβαρά από την τηλεοπτική διαφήμιση, οι εφημερίδες κυκλοφόρησαν πριν από λίγες ημέρες με τίτλους για την κατασκευή στην Κίνα του πιο ισχυρού υπολογιστή στον κόσμο! Μέσα σε αυτά τα κατ΄ ουσίαν αμυντικά συμφραζόμενα ο Μπαράκ Ομπάμα επενέβη και πάλι για να επιχειρήσει να πείσει τους οπαδούς του να πάνε να ψηφίσουν, λέγοντάς τους ότι, αν και όντως υποσχέθηκε την αλλαγή, δεν υποσχέθηκε ότι αυτή η αλλαγή θα ερχόταν από τη μία ημέρα στην άλλη.

Ζήτησε λοιπόν για άλλη μία φορά χρόνο, την ώρα που η κατάσταση της κοινής γνώμης στις ΗΠΑ δείχνει ότι οι Ρεπουμπλικανοί θα κερδίσουν και πάλι τον έλεγχο στη Βουλή των Αντιπροσώπων.

Το μεγάλο στοίχημα των ενδιάμεσων εκλογών του Νοεμβρίου είναι πράγματι η εκλογή νέων μελών στη Βουλή, η μερική ανανέωση εδρών στη Γερουσία και η εκλογή κυβερνητών σε κάποιες Πολιτείες. Αυτό το τελευταίο στοιχείο δεν είναι αδιάφορο, διότι αυτοί οι κυβερνήτες είναι που θα κληθούν αργότερα να χαράξουν ξανά τα όρια σε εκλογικές περιφέρειες, κάτι που γίνεται στις ΗΠΑ κάθε 10 χρόνια, και με τη σειρά του θα επηρεάσει το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών.

Οι αναλυτές εκτιμούν ότι όσο θα φαίνεται πως ο Μπαράκ Ομπάμα και οι Δημοκρατικοί έχουν πιθανότητες να διατηρήσουν την πλειοψηφία στη Γερουσία τόσο μεγαλύτερη θα είναι η πίεση από τους Ρεπουμπλικανούς, καθώς και το εύρος της αλλαγής της πλειοψηφίας στη Βουλή των Αντιπροσώπων.

Η πιο πρόσφατη σφυγμομέτρηση τοποθετεί τον συσχετισμό των δυνάμεων στο 47% της πρόθεσης ψήφου για τους Ρεπουμπλικανούς έναντι 40% για τους Δημοκρατικούς.

Αλλά, κυρίως, αυτοί οι τελευταίοι έχουν χάσει τη στήριξη από τρεις κατηγορίες που επηρέασαν θετικά σε προηγούμενες εκλογές τις νίκες των Δημοκρατικών και ιδίως την εκλογή του Μπαράκ Ομπάμα: οι γυναίκες, οι καθολικοί και εκείνοι που χαρακτηρίζονται «ανεξάρτητοι» ψηφοφόροι στις ΗΠΑ δείχνουν πλέον προτίμηση προς τους Ρεπουμπλικανούς.

Πάνω απ΄ όλα, οι ερωτηθέντες σε ποσοστό 57% είπαν ότι θέλουν να δώσουν μια ευκαιρία σε υποψηφίους που έχουν μικρή εμπειρία στην πολιτική ζωή, ενώ ένας στους τέσσερις επιθυμεί να στηρίξει υποψηφίους που θεωρούνται «ακραίοι».

Κατά τον ίδιο τρόπο, η πλειοψηφία θεωρεί ότι το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα είναι καλύτερο ακόμη και για να βελτιώσει την κατάσταση της οικονομίας, ζήτημα στο οποίο οι Δημοκρατικοί είχαν παραδοσιακώς μεγάλη στήριξη στις ΗΠΑ.

Σε αυτά προστίθεται βεβαίως και το φαινόμενο του Κόμματος του Τσαγιού, το οποίο εκφράζει στις ΗΠΑ ό,τι ο λαϊκισμός στην Ευρώπη. Με μία ακόμη διάσταση, που προκαλεί πάντα έκπληξη: τη ριζοσπαστική απόρριψη κάθε παρέμβασης της ομοσπονδιακής κυβέρνησης στις δημόσιες υποθέσεις.

Οταν τη βλέπουμε από την Ευρώπη, όπου η εμπιστοσύνη προς το κράτος παραμένει μεγάλη, αυτή η παράμετρος προκαλεί πάντα έκπληξη. Προστίθεται επίσης για εμάς ένα συναίσθημα αδικίας. Ο Μπαράκ Ομπάμα κράτησε την ουσία των υποσχέσεών του: έβαλε ξανά μπροστά τη μηχανή της αμερικανικής οικονομίας και πέρασε από το Κογκρέσο μια κοινωνική μεταρρύθμιση η οποία παρέχει ιατροφαρμακευτική κάλυψη στα εκατομμύρια των Αμερικανών που την στερούνταν.

Του καταλογίζουν τα υψηλά ποσοστά της ανεργίας την ώρα που κατά το μεγαλύτερο μέρος τα ποσοστάρεκόρ για τις ΗΠΑ δημιουργήθηκαν επί προεδρίας του Τζορτζ Μπους και η κατάσταση βελτιώθηκε από τότε που ανέλαβε την εξουσία ο Μπαράκ Ομπάμα. Αλλά προς το παρόν δεν γίνεται τίποτε και οι διαμαρτυρίες δεν καταλαγιάζουν.

Πάντως η πολιτική κατάσταση του Μπαράκ Ομπάμα μπορεί να μην είναι τόσο αρνητική. Πράγματι, ακόμη και αν νικήσουν οι Ρεπουμπλικανοί, η αύξηση των οπαδών του Κόμματος του Τσαγιού εντός του εκλογικού τους σώματος τους φέρνει σε δύσκολη θέση και τους στερεί σε πολλά ζητήματα, και κυρίως στο ζήτημα της οικονομίας, την ικανότητα να διαμορφώσουν θέσεις με συνοχή.

Κάτι που με την πάροδο του χρόνου θα πρέπει να ανοίξει πάλι περιθώρια ελιγμών για τον πρόεδρο των ΗΠΑ. Αλλά θα του άξιζε μια πιο ευνοϊκή πολιτική κατάσταση.

Ο κ. Ζαν-Μαρί Κολομπανί είναι ένας από τους εγκυρότερους ευρωπαίους δημοσιογράφους, πρώην διευθυντής της εφημερίδας «Le Μonde».

tovima.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ας είμαστε ευγενείς στο σχολιασμό.